Πέμπτη 30 Μαΐου 2019

Άγιος Ιουστίνος ο Φιλόσοφος και Μάρτυς Ενορίτου κ. Χρήστου Σπ. Χριστοδούλου, Θεολόγου-Φυσικού


Ο Χριστιανισμός εμφανίστηκε στον κόσμο σαν μία πνευματική επανάσταση. Στην επαναστατική διδασκαλία του Χριστιανισμού αντέδρασε το κατεστημένο της τότε εποχής. Το κατεστημένο,  όχι μόνον υπό την έννοια της αντιδραστικής τάξεως των αρχόντων, αλλά και υπό την έννοια ορισμένων ταπεινωτικών για τον άνθρωπο ηθικών αρχών, τις οποίες δεχόταν και εφήρμοζε ο λαός. Όταν υποταγεί κανείς εις τα πάθη και τις κακίες του, συνηθίζει σ' αυτή την κατάσταση και όποιος επιχειρήσει να τον βγάλει απ' αυτήν, γίνεται εχθρός του.
Με πρωτοφανή εχθρότητα λοιπόν αντιμετωπίστηκε ο Χριστιανισμός στα πρώτα του βήματα από το πάσης φύσεως κατεστημένο. Επαγγελματίες που δεν τους συνέφερε η λιτή και απλή χριστιανική ζωή, φιλόσοφοι που έχαναν τους μαθητές των και ο όχλος που δεν εύρισκε στον Χριστιανισμό τον κόλακα αλλά τον τιμητή των κακιών του, ξεσήκωσαν πρωτοφανή εκστρατεία κατασυκοφαντήσεως και αποδυναμώσεως του Χριστιανισμού.
Η αλήθεια, μία αλήθεια που αιώνες περίμενε η ανθρωπότητα, καθόταν στο εδώλιο του κατηγορουμένου, όπως συμβαίνει συνήθως σε κάθε εποχή. Και σε κάθε εποχή, ο γνήσιος άνθρωπος, ο ασυμβίβαστος, ο ανήσυχος, ο δυναμικός άνθρωπος, καλείται να διαλέξει ανάμεσα στο ψεύδος και την αλήθεια, έστω κι αν αυτό σημαίνει γκρέμισμα και αφανισμό της προηγούμενης πνευματικής του υποδομής και υλική κακοπάθεια.
Το δρόμο και τα βήματα που οδήγησαν στην αλήθεια μία εκλεκτή προσωπικότητα του δεύτερου αιώνος μετά Χριστό, της ταραγμένης αυτής εποχής, κατά την οποία ο Χριστιανισμός γνήσιος, ενθουσιώδης και αγωνιστικός, ξεχυνόταν μέσα στη λυσσασμένη αντίδραση των πολλών, για να κατακτήσει τον κόσμο, θα παρακολουθήσουμε εδώ σύντομα.
Ανήσυχος στη νεότητά του μας παρουσιάζεται ο Ιουστίνος, ο γιός του Πρίσκου και εγγονός του Βακχείου. Οι γονείς του, εξελληνισμένοι Ρωμαίοι, ζούσαν στη πόλη Φλαβία Νεάπολη (της Παλαιστίνης), η οποία κτίσθηκε πάνω στα ερείπια της αρχαίας Σαμαρειτικής πόλεως Συχέμ, εκεί όπου ο Χριστός υποσχέθηκε να δώσει στη Σαμαρείτιδα το ζωντανό νερό της διδασκαλίας του, που σβήνει για πάντα την πνευματική δίψα. Σ' αυτό το νερό έσβησε και ο νεαρός Ιουστίνος τη δίψα του, αφού δοκίμασε πολλές άλλες πηγές. Η Φλαβία Νεάπολη με τη συνένωση του αρχαίου σαμαρειτικού της παρελθόντος και του ελληνορωμαϊκού παρόντος, ήταν ένα αξιόλογο κοσμοπολίτικο κέντρο. Κυκλοφορούσαν στην ατμόσφαιρα της όλα τα θρησκευτικά και φιλοσοφικά ρεύματα και ήταν έτσι ένα ιδανικό περιβάλλον για μεταφυσικές αναζητήσεις.
Μεγαλωμένος στο ειδωλολατρικό περιβάλλον της οικογένειας του, ειδωλολάτρης εκ καταγωγής, ψάχνει κατ' αρχήν μέσα στο χώρο του εθνικού κόσμου να βρει λύση στα μεταφυσικά του προβλήματα, να συναντήσει την αλήθεια. Την περιπλάνηση του από τη μία φιλοσοφική σχολή στην άλλη, μας την περιγράφει παραστατικά ο ίδιος στην αρχή ενός διαλογικού του έργου, στο «Διάλογο προς Τρύφωνα»[1], όπου διασώζεται η συζήτηση που έκανε με ένα Εβραίο αρχιραβίνο. Παίρνοντας αφορμή από ερώτηση του Εβραίου για το ποια είναι η φιλοσοφία του, εκθέτει με ζωντάνια της αναζητήσεις του. Πίστευε από την αρχή ότι η φιλοσοφία είναι το πιο μεγάλο και πιο τίμιο ανάμεσα σ' όλα τα αποκτήματα του ανθρώπου. Σκοπός της είναι να οδηγήσει τον άνθρωπο κοντά στο Θεό. Πραγματικοί δε όσιοι είναι αυτοί που έχουν στρέψει το νου τους σ' αυτή την προσπάθεια. Από πόθο λοιπόν να γίνει και αυτός αληθινός φιλόσοφος έγινε μαθητής ενός στωϊκού φιλοσόφου[2]. Παρέμεινε αρκετό καιρό κοντά του, αλλά μάταια περίμενε να ακούσει κάτι ουσιαστικό περί του Θεού ο δάσκαλος του, εκτός του ότι δεν γνώριζε τα σχετικά προβλήματα, έλεγε επί πλέον ότι δεν είναι αναγκαία αυτή η γνώση. Εγκαταλείπει πικραμένος τον στωικό φιλόσοφο, για να έλθει στη σχολή ενός φημισμένου περιπατητικού φιλοσόφου[3]. Η απογοήτευση του εδώ είναι μεγαλύτερη∙ γιατί από την πρώτη κιόλας ημέρα ο μεγάλος διδάσκαλος του ζήτησε να ορίσουν τα δίδακτρα, ώστε να μη αποβαίνει ανωφελής η φοίτηση. Στη χρηματική αμοιβή έβλεπε ο φιλόσοφος την ωφέλεια της φιλοσοφίας. Αυτό έδειχνε ότι δεν  ήταν καν φιλόσοφος. Τον εγκαταλείπει λοιπόν και αυτόν με μεγαλωμένη τη λαχτάρα να βρει ένα σωστό φιλόσοφο. «Τῆς δέ ψυχῆς ἒτι μου σπαργώσης (λαχταρούσε) ἀκοῦσαι τό ἲδιον καί τό ἐξαίρετον τῆς φιλοσοφίας, προσῆλθον εὐδοκιμοῦντι μάλιστα Πυθαγορείω, ἀνδρί πολύ ἐπί τῇ σοφίᾳ φρονούντι»[4] . Στον Πυθαγόρειο πίστεψε ότι θα σταματούσε το σπαρτάρισμα της ψυχής του και εύρισκε την αλήθεια. Άλλες όμως δυσκολίες τον περιμένουν εδώ∙ ο πυθαγόρειος σαν αναγκαία προϋπόθεση για τη γνώση της φιλοσοφίας του συνέστησε να μάθει μουσική, αστρονομία και γεωμετρία. Η αγωνία του Ιουστίνου να πλησιάσει την αλήθεια. Όσο το δυνατόν γρηγορότερα, τον οδήγησε να απορρίψει τη σύσταση του πυθαγορείου διδασκάλου, γιατί η μάθηση αυτών των πραγμάτων θα απαιτούσε πολύ χρόνο. Μέσα στην αμηχανία του για το τι έπρεπε στη συνέχεια να κάμει, σκέφθηκε να επισκεφθεί τους Πλατωνικούς, που κι αυτοί είχαν μεγάλη φήμη.  Σ' ένα πλατωνικό λοιπόν φιλόσοφο που μόλις είχε φθάσει στην πόλη τους προσκολλήθηκε ο Ιουστίνος στο τέλος των αναζητήσεων του. Με πολύ ενθουσιασμό άκουγε τις πλατωνικές απόψεις για τον νοητό κόσμο, για τη θεωρία των ιδεών, και πίστευε πως σε λίγο θα έφθανε στο στόχο της πλατωνικής φιλοσοφίας, στη θέα δηλαδή του Θεού. Ας ακούσουμε πόσο δυνατά μας το λέγει ο ίδιος∙ «Καί με ἢρει σφόδρα ἡ τῶν ἀσωμάτων νόησις, καί ἡ θεωρία τῶν ἰδεών ἀνεπτέρου μου τήν φρόνησιν, ὀλίγου τε ἐντός χρόνου ὢμην σοφός γενονέναι καί ὑπό βλακείας ἢλπιζον αὐτίκα κατ' ὂψεσθαι τόν θεόν∙ τοῦτο γάρ τέλος τῆς Πλάτωνος φιλοσοφίας» [5] δηλ. «και με εξήπτε πάρα πολύ η θεώρηση των ασωμάτων όντων και η θεωρία των ιδεών μου αναπτέρωνε το λογικό. Νόμιζα ότι εντός κάποιου χρόνου θα γινόμουν σοφός. Λόγω της ανοησίας μου ήλπιζα ότι αμέσως θα είχα θέα του Θεού. Διότι αυτός ήταν ο σκοπός της Πλατωνικής φιλοσοφίας»
Ο Πλατωνισμός ικανοποίησε κατ' αρχήν τον Ιουστίνο. Οι αμφιβολίες όμως άρχισαν σιγάσιγά να τον δέρνουν και πάλι∙ το κενό που ένιωθε μέσα του από την αρχή δεν είχε γεμίσει ολόκληρο. Κάτι τελειότερο πρέπει να υπάρχει∙ ποιος όμως θα τον χειραγωγούσε προς τα εκεί; Έπειτα δεν υπήρχε άλλο σοβαρό φιλοσοφικό ή θρησκευτικό σύστημα, για να ζητήσει τη βοήθειά του. Το Χριστιανισμό τον αντιμετώπιζαν με ειρωνεία και σαρκασμό οι φιλόσοφοι σαν θρησκεία των βαρβάρων και  αγραμμάτων, αλλά και στο λαό, λόγω της ηθικής του αυστηρότητας δεν ήταν συμπαθής.
Η διαίσθηση όμως του Ιουστίνου τον έστρεφε διαρκώς προς τα εκεί. Ορισμένα στοιχεία της ζωής των Χριστιανών του είχαν κάμει ιδιαίτερη εντύπωση. Μήπως όλα όσα διέδιδαν για το Χριστιανισμό ήσαν πλεκτάνη και συκοφαντία και ψεύδη, που είχαν σκοπό να αποδυναμώσουν την έλξη του και να τον κάνουν ακίνδυνο για το κατεστημένο; Κυρίως δυο πλευρές της ζωής των Χριστιανών έβαλαν σε σκέψεις τον πλατωνικό μας φιλόσοφο. Η καθαρότητα, η αυστηρότητα της ηθικής των ζωής και η αφοβία και το θάρρος με τα οποία αντιμετώπιζαν το θάνατο. Συγκρίνει τα στοιχεία αυτά με τα αντίστοιχα της ζωής των Εθνικών και διαπιστώνει την υπεροχή τους. Καμία φιλοσοφία δεν είχε τη δύναμη να βελτιώσει τόσο πολύ την πνευματική κατάσταση της ανθρωπότητας. Η σαρκολατρεία και η πορνεία εσφράγιζαν και εμόλυναν την ατμό-σφαιρα της ηθικής ζωής των Εθνικών∙ ο άνδρας οδηγούσε ο ίδιος τη γυναίκα του στη διαφθορά, δεν δίσταζε δε και να διαφθείρει ο ίδιος την κόρη του. Οι υψηλότερες ιδέες περνούσαν απαρατήρητες. Κανένας δεν πείσθηκε από το Σωκράτη να πεθάνει υπέρ της διδασκαλίας του, ακόμη και από τους φιλοσόφους. Στο Χριστιανισμό αντιθέτως όλοι ασκούν τέτοια ηθική, ώστε και η επιθυμία μόνον και το πονηρό βλέμμα θεωρούνται αμαρτία. Χιλιάδες είναι εκείνοι που πέθαναν για την πίστη τους στο Χριστό, απλοϊκοί άνθρωποι και αγράμματοι .
Οι σκέψεις αυτές συνέφεραν τον Ιουστίνο από τις πλατωνικές ονειροπολήσεις του. Είδε στο Χριστιανισμό τη φιλοσοφία που έχει τη δύναμη να αλλάξει πνευματικά τον άνθρωπο τόσο, ώστε με αφοβία να αντιμετωπίζει τον θάνατο. Και στο στάδιο αυτό κάποια ημέρα που βγήκε περίπατο για περισυλλογή και αυτοσυγκέντρωση, ένας Χριστιανός πρεσβύτης[6] του γκρέμισε όλα τα πλατωνικά κατάλοιπα και του άνοιξε το δρόμο για το φως και την αλήθεια. «Από τότε, λέγει, άναψε θεϊκή φωτιά μέσα μου, και με κυρίευσε ιδρώτας για τους άνδρας που είναι φίλοι και κήρυκες του Χριστού. Βρήκα επί τέλους την αληθινή φιλοσοφία και έγινα πραγματικός φιλόσοφος» 4   
Χριστιανός πλέον ο Ιουστίνος δεν εγκαταλείπει το φιλοσοφικό τρίβωνα∙ τον φορεί τώρα με περισσότερη σιγουριά, γιατί βρήκε την αλήθεια. Ιδρύει χριστιανική φιλοσοφική σχολή στη Ρώμη και είναι τόσο μεγάλη η επιτυχία του, ώστε αδειάζουν οι σχολές των εθνικών φιλοσόφων. Ο κυνικός φιλόσοφος Κρήσκης, τον οποίον αποστόμωσε σε δημόσια φιλοσοφική συζήτηση, τον καταγγέλλει ως Χριστιανό. Και ενώπιον του έπαρχου της Ρώμης Ρουστικού δίδεται στον Ιουστίνο η ευκαιρία να κάνει και αυτός αυτό που θαύμαζε στους Χριστιανούς∙ να σταθεί άφοβα μπροστά στην απειλή του θανάτου.
« Ποια είναι η φιλοσοφία σου; Τον ρωτά ο έπαρχος.
Προσπάθησα να μάθω πολλές φιλοσοφίες, αναπαύθηκα όμως στη Χριστιανική φιλοσοφία, έστω κι αν αυτή δεν αρέσει στους ψευδοδόξους» ήταν η απάντηση του μάρτυρος.5
Αυτή τελικώς τον οδήγησε στο θάνατο το 165 μ.Χ μαζί με έξη από τους μαθητάς της Σχολής του. Το μαρτύριο του σφράγισε τη φιλοσοφία του∙ και τα δύο μαζί έγιναν τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα του ανήσυχου κυνηγού της αλήθειας. Σ' όλους είναι γνωστός ως Ιουστίνος ο φιλόσοφος και μάρτυς.
Στις αναζητήσεις των πνευματικών ανθρώπων της εποχής μας, των νέων κυρίως, που ανάμεσα στις πολλές φιλοσοφίες του καιρού μας ψάχνουν για την αλήθεια, ο Ιουστίνος είναι πρότυπο πνευματικού οδηγού. Ταιριάζει πολύ στον τύπο του σύγχρονου πνευματικού ανθρώπου∙  ανήσυχος, ερευνητικός, χωρίς φανατισμούς και προκαταλήψεις, ελέγχει, συζητά, δοκιμάζει. Δεν καταδίκασε εξ ολοκλήρου τις φιλοσοφίες που γνώρισε, πριν γίνει Χριστιανός τις τοποθέτησε απλώς στις πραγματικές τους διαστάσεις. Είναι ανθρώπινα, ατελή κατασκευάσματα, περιέχουν σπέρματα μόνο της αλήθειας. Ο Χριστιανισμός είναι η ολοκλήρωση της αλήθειας, η φανέρωση του ίδιου του Λόγου στο πρόσωπο του Χριστού. Πέρα λοιπόν από οποιαδήποτε ανθρώπινη φιλοσοφία οδηγεί τους κυνηγούς της αλήθειας ο Ιουστίνος. Τους οδηγεί ακόμη και πέρα από τον Χριστιανισμό, όπως κατάντησε μέσα στον  κόσμο, με τους τόσους ιστορικούς του συμβιβασμούς, προς τον γνήσιο Χριστιανισμό, στο Χριστιανισμό που ενθουσίασε και είλκυσε και τον ίδιο. Σ' ένα Χριστιανισμό που κάνει τη θεωρία πράξη, που την αγάπη, την ισότητα, την εγκράτεια, την αγνότητα, της αδελφοσύνη, δεν τα περιορίζει στη διδασκαλία, αλλά τα επεκτείνει και στη ζωή. Στον εφαρμοσμένο Χριστιανισμό βρήκε ο Ιουστίνος την αληθινή φιλοσοφία και την αφοβία μπροστά στο θάνατο. Ότι θαύμαζε στη ζωή των Χριστιανών, το εφήρμοσε και ο ίδιος, δεν υπάρχει καλύτερη μέθοδος «φιλοσόφου βίου».
Π. Θεόδωρος Ζήσης Καθ. Θεολογικής Σχολής Α.Π.Θ.
Ἀπολυτίκιον  (Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεῖς ἐν τῷ Σταυρῷ.)
Φιλοσοφίας τας κτίσιν κλάμπων, θεογνωσίας ποφήτης δείχθης, σαφς παραταξάμενος κατ τν δυσμενν σ γρ μολόγησας, ληθείας τν γνσιν, κα Μαρτύρων σύσκηνος, δι' θλήσεως φθης, μεθ' ν δυσώπει πάντοτε Χριστόν, ουστίνε, πρ τν ψυχν μν.

Κοντάκιον (Ήχος β'. Τους ασφαλείς)
Τον αληθή, της ευσεβείας κήρυκα, και ευκλεή, των μυστηρίων ρήτορα, Ιουστίνον τον φιλόσοφον, μετ' εγκωμίων ευφημήσωμεν δυνάμει γαρ σοφίας τε και χάριτος, τον λόγον κατετράνωσε της πίστεως, αιτούμενος πάσι θείαν άφεσιν.
Μεγαλυνάριον
Χάριτι σοφίας καταυγασθείς, ως αυτοσοφίαν, εθεράπευσας τον Χριστόν, υπέρ ου ενδόξως, αθλήσας Ιουστίνε, συν τούτω εις αιώνας, δοξάζη ένδοξε.
Χρήστος Σπ. Χριστοδούλου
                                                                                                       Αθήνα 15-6-2012
Εκ του περιοδικού Θεοδρομία (τεύχος 1 Ιανουάριος Μάρτιος 2008)
1) Διάλογος προς Τρύφωνα, 2, ΕΠΕ ‘Απολογηταί 1,264268.
2) Αυτόθι.
3) Απολογία Α' 15, ΕΠΕ, Απολογηταί 1,96 Απολογία Β', 10, Αυτόθι, 220 και Απολογία Β', 12, Αυτόθι 222.
4) Διάλογος προς Τρύφωνα, 8, Αυτόθι 284: «Εμού δε παραχρήμα πυρ εν τη ψυχή ανήφθη και έρως έχει με των προφητών και των ανδρών εκείνων οι εισί Χριστού φίλοι∙ διαλογιζόμενος τε προς εμαυτόν τους λόγους αυτού ταύτην μόνην εύρισκον φιλοσοφίαν ασφαλή τε και σύμφορον».
5) Μαρτύριον των αγίων Ιουστίνου, Χαρίτωνος, Χαρίτους, Ευελπίστου, Ιέρακος, Παίονος και Λιβεριανού 2 εν Π. ΧΡΗΣΤΟΥ, Τα Μαρτύρια των  αρχαίων Χριστιανών ΕΠΕ, σελ. 90.Ρούστικος έπαρχος είπε: Ποίους λόγους μεταχειρίζη; Ιουστίνος είπε∙Πάντας λόγους επειράθην μαθείν, συνεθέμην δε τοις αληθέσι λόγοις, τοις των Χριστιανών, καν μη αρέσκωσι τοις ψειδολόγοις.  

[1] O «Διάλογος προς Τρύφωνα» αποτελεί σπουδαίο θεολογικό έργο της αρχαίας εκκλησίας, που συνάμα είναι το αρχαιότερο σωζόμενο αντιιουδαϊκό έργο, εξισορροπώντας παρά ταύτα έξοχα για πρώτη φορά στο χώρο της εκκλησίας τα ρεύματα του αντινομισμού και νομισμού, του αντιιουδαϊσμού (Μαρκίων, Γνωστικοί) και φιλοϊουδαϊσμού. Η έκθεση του διαλόγου αυτού εκτείνεται σε 142 κεφάλαια. Μέρος του φαίνεται να έχει χαθεί (τουλάχιστον η εισαγωγική προσφώνηση προς το άτομο που απεστάλη ο διάλογος αυτός, που είναι κάποιος Μάρκος Πομπήιος), καθώς και ένα τμήμα μεταξύ των κεφαλαίων 74, 3 και 74, 4. Κατά τη μαρτυρία του Ιωάννη Δαμασκηνού, ο διάλογος εκτείνετο σε δύο βιβλία, όπου περιεγράφετο ο διήμερος διάλογος καθ έκαστη ημέρα. Το έργο αυτό στην ουσία είναι ένας διήμερος διάλογος μεταξύ ενός Ιουδαίου λογίου και του Ιουστίνου. Ο άγιος διηγείται την ιστορία του, για την περιήγησή του σε διάφορες φιλοσοφικές σχολές και τη μεταστροφή του στο χριστιανισμό. Ο Τρύφωνας όμως τον ειρωνεύεται, λέγοντάς του ότι θα προτιμούσε να συνομιλεί με κάποιον που δε θα φρονούσε φιλοσοφικώς τα περί χριστιανισμού. Ο Ιουστίνος ενοχλημένος από την παρατήρηση αυτή θέλησε να απομακρυνθεί, αλλά τον συγκράτησαν οι συνομιλητές του. Ο Ευσέβιος αναφέρει ότι ο διάλογος έλαβε χώρα στην Έφεσο, αν και σήμερα υπάρχει ένσταση για την αξιοπιστία της αναφοράς του.
Κύριο ζήτημα του έργου είναι ο νόμος. Ο Τρύφωνας αναφέρει πως καμιά σωτηρία δεν μπορεί να επέλθει από την εγκατάλειψη του Θεού και την πίστη σε ένα άνθρωπο (το Χριστό). Ο Απολογητής δεν απορρίπτει την Παλαιά Διαθήκη, τη θεωρεί δε θεόπνευστη και μέρος της θείας οικονομίας, αλλά θεωρεί πως οι Ιουδαίοι παρανόησαν το νόημά της, την αλλοίωσαν και μάλιστα αγνόησαν τις προπαρασκευαστικές θεοφάνειες του τριαδικού Θεού. Αυτή η αλλοίωση επέφερε την ανάγκη για μια Νέα Διαθήκη, που θα έχει παγκόσμιο και αιώνιο κύρος. Η εκπλήρωση τελικά των προφητειών στο πρόσωπο του Χριστού δείχνει, ότι αυτός ήταν ο εμφανιζόμενος Θεός στις θεοφάνειες τις Παλαιάς Διαθήκης, ο οποίος εμφανίστηκε στους πατριάρχες. Ο Παλαιός νόμος, ήδη αντικαταστάθηκε από τη μετάνοια και την αγάπη και ο Χριστός με την ενανθρώπησή του έγινε κεφαλή του νέου γένους. Αν μάλιστα η εμφάνιση του Χριστού υπό τον παθητικό μανδύα που ενεφανίσθη, είναι τόσο ευεργετική, όταν ο Κύριος θα έρθει «ἐν δόξῃ» θα είναι ακόμα μεγαλύτερη. Στο έργο αυτό μάλιστα ο Ιουστίνος παρουσιάζει και χιλιαστικές απόψεις. Είναι χαρακτηριστικό πως ο ίδιος αναφέρει πως προ του αιωνίου παραδείσου, θα υπάρξει χιλιετής περίοδος βασιλείας εν Ιερουσαλήμ. Ο Τρύφωνας ευχαριστεί τον συνομιλητή του και αποχωρίζονται.
Στο ερώτημα αν η συζήτηση είναι πλαστή ή πραγματική οι γνώμες διίστανται. Το ζήτημα κατά βάση τοποθετείται στην ταυτότητα του Ιουδαίου συζητητή. Μερικοί θεωρούν πως ο Τρύφωνας ίσως είναι ο περίφημος νομοδιδάσκαλος Ταρφών, ο οποίος πέθανε περί το 135. Ο Ευσέβιος μάλιστα φαίνεται να ταυτίζει τους δύο άνδρες αυτούς. Πάντως θα ήταν δυνατό ο Ιουστίνος να έχει χρησιμοποιήσει το όνομα αυτό φιλολογικώς, αφού τα χρονικά περιθώρια δεν επιτρέπουν μια τέτοια σκέψη, αλλά και ο χαρακτήρας του συνομιλητή, που είναι σχετικά φιλελεύθερος, σε σχέση με τον συντηρητικό Ταρφώνα. Παρόλα αυτά ο διάλογος πρέπει να είναι αληθινός, όπως μέσα από τη ζωντανή περιγραφή διαφαίνεται αλλά και τα ελαττώματα του προφορικού λόγου, με τις συνεχείς επαναλήψεις, παρεκβάσεις και την έλλειψη συνοχής.
Το έργο αυτό αρχικά πρέπει να γράφτηκε πρόχειρα. Αλλά στην συνεχεία και περί το 155 πρέπει να δέχτηκε επεξεργασία υπό του Ιουστίνου. Το επεξεργασμένο αυτό κείμενο, κατά τον πατρολόγο Π. Χρήστου, είναι αυτό που έχουμε σήμερα στη διάθεσή μας.
[2] Ο Στωϊκισμός αποτελεί μία σημαντική φιλοσοφική σχολή των Ελληνιστικών και Ρωμαϊκών χρόνων (300 π.Χ. – περίπου 250 μ.Χ.), ιδρυθείσα στην Αθήνα από τον Ζήνωνα τον Κιτιέα με κέντρο την «Ποικίλη Στοά» από όπου και πήρε το όνομά της η Σχολή. Κατά τους στωικούς, η ανθρώπινη φύση είναι τμήμα της παγκόσμιας φύσης, η οποία καθοδηγείται και κυβερνάται από τον συμπαντικό νόμο της Λογικής. Ο άνθρωπος, ως έλλογο ον, συγγενεύει όχι μόνο με τα άλογα ζώα αλλά και με τους Θεούς και πέραν του ενστίκτου διαθέτει και ηθική αίσθηση.
Κύριο ζητούμενο του βίου είναι συνεπώς το να ζει κάποιος σύμφωνα με την φύση του, η οποία για τον άνθρωπο, μέσω της λογικότητάς του (στα λατινικά ratio), ωθεί προς την Αρετή, άρα το «κατά Φύσιν ζήν» σημαίνει «κατ' Αρετήν ζήν». Η Αρετή είναι το μόνο αγαθό και μόνο από αυτήν εξαρτάται η ευημερία. Όλα τα υπόλοιπα πράγματα, ευχάριστα ή δυσάρεστα, στερούνται αξίας, είναι «αδιάφορα».
Σύμφωνα με τον στωικισμό, καθήκον του ανθρώπου είναι να θέσει τον εαυτό του σε αρμονία με το Σύμπαν, το οποίο, ως λογικό και αγαθό, τού μεταφέρει τις ιδιότητές του. Με το να βλάπτει κανείς τους άλλους για το υποτιθέμενο ατομικό του συμφέρον, υπονομεύει κατ' ουσίαν την ίδια του την φύση. Ο στωικός δεν αρνείται τον κόσμο των θνητών πραγμάτων, ούτε όμως και εξαρτάται από αυτόν, απλώς ζει ατάραχα μέσα του ενώ, σε αντίθεση προς την απόσυρση των «επικουρείων», συμμετέχει σε όλες τις πτυχές της κοινωνικής ζωής (λ.χ. πολιτική, οικογένεια, κ.λ.π.). Σε αντίθεση προς τους επικούρειους, οι στωικοί δέχονται σε επίπεδο Θρησκείας την προσευχή και την λατρευτική πράξη, μόνο όμως όταν το περιεχόμενό τους βρίσκεται σε συμφωνία με την Μοίρα (Σενέκας, «Naturales Quaestiones», 2. 37 και 5. 25).
Η προσευχή δεν μπορεί να αλλάξει τα γεγονότα, μπορεί ωστόσο να φέρει στον άνθρωπο την ορθή πνευματική κατάσταση σε σχέση με αυτά (Μάρκος Αυρήλιος, 9. 40), ενώ ως καλύτερη μορφή λατρείας των Θεών ορίζεται η κατανόηση και μίμηση της αγαθότητάς τους (Σενέκας, «Επιστ.» 95. 47 - 50).
Επικούρεια φιλοσοφία :Ο Επίκουρος και η θεωρία του στρέφονται σε έναν ηθικολογικό χαρακτήρα της φιλοσοφίας. Στόχος του ήταν η αναζήτηση των αιτιών της ανθρώπινης δυστυχίας και των εσφαλμένων δοξασιών που την προκαλούν, όπως για παράδειγμα η δεισιδαιμονία, ώστε να υπάρξει η αντιπρόταση για την προοπτική μιας ευχάριστης ζωής (ζῆν ἡδέως), που για την επίτευξή της ο Επίκουρος προσέφερε ξεκάθαρες φιλοσοφικές συμβουλές. Το ζην ηδέως επιτυγχάνεται με την απουσία του πόνου και φόβου και με τη βίωση μιας ζωής αυτάρκους περιβαλλόμενης από φίλους.
Ο Επίκουρος δίδαξε ότι η ηδονή (ή αλλιώς, ευχαρίστηση) και ο πόνος είναι το μέτρο για το τί πρέπει να προτιμούμε και τι να αποφεύγουμε. Μια ηδονή, για τον Επίκουρο, είναι ηθικώς θεμιτή και πρέπει να την επιδιώκουμε, εφόσον αποτελεί μέσο διασφάλισης της κορυφαίας ηδονικής κατάστασής μας, που δεν είναι άλλη από την ψυχική μας ηρεμία. Ακόμα και ο πόνος, εάν ορισμένες φορές μας βοηθάει στην κατάκτηση της ψυχικής μας ηρεμίας, αποκτά θετική σημασία. Στο πλαίσιο της μετριοπαθούς μορφής του ηδονισμού, το κριτήριο επιλογής μεταξύ των ηδονών δεν είναι πλέον ποσοτικό, δηλαδή η έντασή τους, αλλά ποιοτικό. Ο Επίκουρος διακρίνει τις καταστηματικές από τις κατά κίνησιν ηδονές, θεωρώντας τις πρώτες ανώτερες από τις δεύτερες. Οι κατά κίνησιν ηδονές είναι δυναμικές ηδονές, με την έννοια ότι όταν καρποφορούν, κάποιος εκπληρώνει μια επιθυμία του που όσο δεν την ικανοποιούσε ένιωθε δυσφορία. Η ικανοποίηση της πείνας, λοιπόν, κατά το χρονικό διάστημα που συντελείται, είναι μια κατά κίνησιν ηδονή. Η κατάσταση της ηρεμίας που ακολουθεί όταν ο άνθρωπος πλέον έχει χορτάσει, κατά τον Επίκουρο, είναι μια «καταστηματική» μορφή ηδονής. Άν όμως παρασυρθεί, φάει κατά τρόπο ανεξέλεγκτο και βαρυστομαχιάσει, θα έχει εκπληρώσει μια κατά «κίνησιν ηδονή» του, αλλά μη έχοντας αποκτήσει την καταστηματική ηδονή της ηρεμίας και της γαλήνης θα είναι δυστυχισμένος.
       Βασικές αρχές της διδασκαλίας του Επικούρου είναι οι εξής: - με τον θάνατο έρχεται το τέλος όχι μόνο του σώματος αλλά και της ψυχής - οι θεοί δεν επιβραβεύουν ή τιμωρούν τους ανθρώπους - το σύμπαν είναι άπειρο και αιώνιο.
[3] Περιπατητική Σχολή ονομάσθηκε συμβατικά η φιλοσοφική σχολή την οποία ίδρυσε ο Αριστοτέλης  στην Αθήνα το 355 π.Χ.. Βρισκόταν κοντά στο ναό του Λυκείου Απόλλωνα, ανάμεσα στο  Λυκαβηττό και στον ποταμό Ιλισό. Εκεί βρισκόταν και το Γυμναστήριο Λύκειον, το οποίο έδωσε αρχικά την ονομασία σε ολόκληρη τη σχολή· αργότερα το Λύκειο του Αριστοτέλη ονομάστηκε Περίπατος, από τη συνήθεια του δασκάλου και των μαθητών και των μαθητών του να συζητούν περπατώντας στη στεγασμένη πλευρική στοά τα μέλη της σχολής ονομάστηκα περιπατητικοί.
[4] Οι  Πυθαγόρειοι φιλόσοφοι είναι μια φιλοσοφική, θρησκευτική και πολιτική σχολή που ιδρύθηκε τον 6ο αιώνα π.Χ από τον Πυθαγόρα τον Σάμιο στον Κρότωνα της Κάτω Ιταλίας. Η κοινότητα στεγαζόταν σε ένα μεγάλο οίκημα, το Ομακοείον, όπου ο Πυθαγόρας δίδασκε τους -και των δυο φύλων- μαθητές του. Η διδασκαλία γινόταν με προφορικό τρόπο και οι προϋποθέσεις για την είσοδο των μαθητών ήταν αυστηρές. Ο μαθητής έπρεπε να υιοθετήσει έναν εντελώς διαφορετικό τρόπο ζωής, να ασκηθεί στην εγκράτεια, να τηρεί απόλυτη σιωπή για κάποια έτη, να απέχει από συγκεκριμένες τροφές και να κάνει καθαρμούς.
Οι γνώσεις μας για τους πυθαγόρειους, όπως και για τον ίδιο τον Πυθαγόρα, αντλούνται αποκλειστικά από έργα μεταγενέστερων συγγραφέων, στους οποίους περιλαμβάνονται και οι λεγόμενοι «Νεοπυθαγόρειοι». Αναπόφευκτα λοι-πόν, είναι αδύνατον να αποδειχθεί τι πραγματικά ανήκει στη σκέψη του ίδιου του Πυθαγόρα και τί στους μαθητές του.
Οι Πυθαγόρειοι απέδιδαν πολύ μεγάλη σημασία στα Μαθηματικά, πρεσβεύοντας ότι αυτά αποτελούν την οδό για την απελευθέρωση της ψυχής. Βάσει της πεποίθησης του Πυθαγόρα πως «τα στοιχεία των αριθμών είναι στοιχεία όλων των όντων», οι Πυθαγόρειοι απέδωσαν στην Αριθμητική μέγιστη σημασία, μελετώντας τις ιδιότητές της. Καθώς δε ο αριθμός είναι κάτι που δε γίνεται αντιληπτό μέσω της αίσθησης, αλλά μέσω της νόησης, οι Πυθαγόρειοι αναγκάστηκαν να παύσουν να θεωρούν την ουσία των όντων ως υλική και προσιτή στις αισθήσεις. Αντιθέτως η ουσία γίνεται αντιληπτή, κατά τους Πυθαγόρειους, μόνο μέσω της αφηρημένης σκέψης.
Οι Πυθαγόρειοι πίστευαν πως η ψυχή δε χάνεται με τον θάνατο, αλλά ακολουθεί μια συνεχή διαδικασία μετενσάρκωσης, σε κατώτερες ή ανώτερες μορφές ζωής κάθε φορά, έως ότου επιτευχθεί η τελική κάθαρση που οδηγεί τελικά στην αθανασία της. Γι' αυτό, τόσο με τα διδάγματα όσο και με τις ασκήσεις πειθαρχίας, καλλιεργούσαν τη φιλοσοφία της οποίας σκοπός είναι να καθαρίσει και να απελευθερώσει τον συσκοτισμένο νου από τα δεσμά του. Πίστευαν ότι μόνον ο νους μπορεί να φθάσει στη γνώση της Αλήθειας για τους Θεούς και τον κόσμο. Και ότι για να συμβεί αυτό χρειάζεται να τιθασσευθούν οι ορμές του σώματος και η ταραχή που προκαλούν τα ερεθίσματα των αισθήσεων, ώστε να φθάσει κάποιος σε σταθερή ευδιαθεσία και εγκράτεια, απαλλαγμένος από πάθη κι ελαττώματα.
[5] Η πλατωνική φιλοσοφία είναι δυϊστική, χωρίζοντας τον κόσμο σε μία υλική και μία ιδεατή σφαίρα ύπαρξης. Αυτό γίνεται με την εισαγωγή της θεωρίας των ιδεών, οι οποίες κατά τον Πλάτωνα είναι τα αιώνια αρχέτυπα των αισθητών, υλικών πραγμάτων, υπερβατικές φόρμες που γίνονται αντιληπτές μόνο με τη λογική και όχι με τις αισθήσεις. Τα αισθητά αντικείμενα τα θεωρεί κατώτερα, υλικά και φθαρτά είδωλα των ιδεών, οι οποίες τα μορφοποιούν. Έτσι π.χ. κάθε άλογο είναι υλικό στιγμιό-τυπο, ή αντανάκλαση, της άυλης ιδέας "άλογο", η οποία συγκεντρώνει τα αναλλοίωτα και κοινά χαρακτηριστικά όλων των αλόγων (αφηρημένες έννοιες όπως η δικαιοσύνη ή η ομορφιά έχουν επίσης τις δικές τους αρχετυπικές ιδέες). Ο Πλάτων λοιπόν αναγνωρίζει δύο διαφορετικούς κόσμους, τον αισθητό, ο οποίος διαρκώς μεταβάλλεται και βρίσκεται σε ασταμάτητη ροή, κατά τον Ηράκλειτο, και τον νοητό κόσμο, τον αναλλοίωτο, δηλαδή τις ιδέες, οι οποίες υπάρχουν σε τόπο επουράνιο. Αυτές είναι τα αρχέτυπα του ορατού κόσμου, τα αιώνια πρότυπα και υποδείγματα τα οποία συντηρούν τη μορφή των υποκείμενων υλικών σωμάτων. Πρόκειται δηλαδή για ένα δυϊστικό, ιεραρχικό  μεταφυσικό  σύστημα.
Ο Πλάτωνας ανέπτυξε συστηματικά τις διδασκαλίες του πυθαγορισμού, ευνοώντας όπως και ο  Πυθαγόρας τα μαθηματικά, τα οποία έβλεπε ως "παράθυρο" στον κόσμο των ιδεών αφού ασχολούνται με άυλες και αναλλοίωτες έννοιες οι οποίες διαμορφώνουν τον κόσμο και ως μέσο προε-τοιμασίας για τη σωκρατική διαλεκτική. Κατηγορήθηκε ότι με τη θεωρία των ιδεών αποκάλυπτε "τα μυστικά των Μυστηρίων" στα οποία προφανώς ήταν μυημένος. Η γνωσιολογία του ήταν καθαρά  ορθολογική, καθώς πίστευε ότι μόνο με τον νου μπορούν να προσεγγιστούν οι ιδέες και άρα η πραγματική, βαθύτερη φύση του κόσμου. Η εμπειρία των αισθήσεων για τον Πλάτωνα ήταν από αβέβαιη έως ψευδής, ενώ αντιθέτως η λογική διερεύνηση αποκάλυπτε έμφυτη γνώση, ενόραση των ανάλογων υπερβατικών ιδεών, η οποία προϋπήρχε με λανθάνουσα μορφή στον νου λόγω της θείας καταγωγής της ψυχής πριν την ενσάρκωση της. Αυτή η νοητική σύλληψη του λογικά αναγκαίου εκλαμβάνεται ως «ανάμνηση». Υψηλότερη ιδέα θεωρούσε την ιδέα του Αγαθού  (Ό,τι είναι ο ήλιος για τον αισθητό κόσμο τούτο είναι η ιδέα του αγαθού για το νοητό) από την οποία απέρρεαν όλες οι άλλες.
[6] Η μεταστροφή του στο χριστιανισμό έγινε περίπου την ίδια εποχή, πιθανώς στην Αίγυπτο. Βρισκόμαστε στο 135 όταν καθώς βρισκόταν σε ερημικό παραθαλάσσιο χώρο, συνάντησε κάποιο γέροντα, ο οποίος χρησιμοποιώντας τη μαιευτική σωκρατική μέθοδο, μετά από διάλογο, του αναίρεσε τις πλατωνικές δοξασίες περί αθανασίας της  ψυχής  και μετεμψύχωσης, τονίζοντάς του τη σημασία των προφητών που ήσαν οι μόνοι που είδαν το Θεό. Ο ίδιος τον προέτρεψε να διαβάσει την Αγία Γραφή και δεν επανεμφανίστηκε ποτέ.

Σάββατο 25 Μαΐου 2019

π.Αθανάσιος Μυτιληναίος, «Aλλά τούτο έχεις, ότι μισείς τα έργα των Νικολαϊτών, α καγώ μισώ» 


«Ἀλλὰ τοῦτο ἔχεις, ὅτι μισεῖς τὰ ἔργα τῶν Νικολαϊτῶν, ἃ κἀγὼ μισῶ» 

Ἀλλά συνεχίζοντας ὁ Κύριος, στό βιβλίον τῆς Ἀποκαλύψεως, τήν ἐπιστολή του πρός τήν Ἐκκλησίαν τῆς Ἐφέσου, λέγει τά ἑξῆς εἰς τόν ἄγγελόν της, τόν ἐπίσκοπον τῆς Ἐφέσου: «Ἀλλὰ τοῦτο ἔχεις, ὅτι μισεῖς τὰ ἔργα τῶν Νικολαϊτῶν, ἃ κἀγὼ μισῶ.». Ἀλλά τοῦτο τό καλό ἔχεις… –δηλαδή τοῦ κάνει μερικές παρατηρήσεις τοῦ ἐπισκόπου τῆς Ἐφέσου– ἀλλά ἔχεις αὐτό τό καλό, ὅτι μισεῖς τά ἔργα τῶν Νικολαϊτῶν, πού καί ἐγώ τά μισῶ, λέγει ὁ Χριστός.
Κατ’ ἀρχάς παρακαλῶ ἡ ἔκφρασις μισῶ. Ὅταν κάποτε τά βάλουμε μ’ ἕναν αἱρετικόν, ἀμέσως μᾶς λένε: «Ἐπιτρέπεται ἐσεῖς, πού εἶστε καλός Χριστιανός…, ἤ: εἶστε καί ἱερεύς… ἐπιτρέπεται ἐσεῖς, πάτερ μου, νά μισῆτε τούς αἱρετικούς καί νά μιλᾶτε μέ τόν τρόπον αὐτόν;!».
Τί θά θέλατε νά γίνη; νά γίνω ἐγώ σοῦπερ-Χριστός;!… Πέστε μου: σοῦπερ-Χριστός νά γίνω;! Ὁ Χριστός λέγει «μισῶ». Κι ἐγώ τί εἶμαι; θά κάνω ἐξυπνάδες ἔναντι τοῦ Χριστοῦ, νά πῶ ὅτι ἔχω ἐγώ πιό πολλή ἀγάπη ἀπό τόν Χριστόν, πού λέγει ὅτι μισεῖ τά ἔργα τῶν Νικολαϊτῶν καί ἐπαινεῖ τόν ἐπίσκοπον τῆς Ἐφέσου καί τοῦ λέγει ὅτι ἔχει αὐτό τό καλό, ὅτι τοὐλάχιστον μισεῖ τά ἔργα τῶν Νικολαϊτῶν;! Εἶναι θέμα φανατισμοῦ ἤ θέμα διαχωρίσεως εὐθυνῶν; «Τελείωσε· εἶσαι αἱρετικός! εἶσαι ὁ ἄνθρωπος τῆς Κολάσεως! Δέν θέλεις νά πεισθῆς; φύγε ἀπό ’δῶ πέρα! ἀφορίζεσαι! ἀποκόπτεσαι ἀπό τήν Ἐκκλησία! Θά σέ βοηθήσω νά μάθης τήν ἀλήθεια. Δέν τήν θέλεις; ἀποκόπτεσαι! Τελείωσε.»
Εἴδατε παρακαλῶ; Σᾶς τό λέω, γιατί πολλοί τό λέγουν αὐτό· δυστυχῶς τό λέγουν καί Χριστιανοί μας. «Γιατί, πάτερ;» λένε, «Γιατί, πάτερ, μιλᾶτε μέ τήν γλῶσσαν αὐτήν;»! Τό ’χω ἀκούσει τόσες φορές αὐτό. Καί θέλουν νά σέ ἐκθέσουν στά μάτια τῆς κοινωνίας, ὅτι εἶσαι ὁ στενοκέφαλος ἄνθρωπος, ὁ μοχθηρός ἄνθρωπος, πού διαθέτεις μόνον μῖσος καί τίποτε ἄλλο! Δέν πρόκειται ὅμως περί αὐτοῦ, ἀγαπητοί μου· ἀλλά αὐτή πρέπει νά εἶναι ἡ τοποθέτησίς μας.

Πέμπτη 23 Μαΐου 2019

Να μην αναγνωριστεί η νέα σχισματική «Εκκλησία» της Ουκρανίας


Η Μητρόπολη Πειραιώς καλεί την Ιερά Σύνοδο της Εκκλησίας της Ελλάδος να μην αναγνωρίσει τη νέα σχισματική «Εκκλησία».
Η ανακοίνωση αναφέρει:
Ο Τόμος Αυτοκεφαλίας δόθηκε τελικά την ημέρα των Θεοφανείων του 2019 από τον Οικουμενικό Πατριάρχη κ. Βαρθολομαίο στο νέο σχισματικό μόρφωμα, (υπό τον νεοεκλεγέντα «Μητροπολίτη» Επιφάνιο), που προέκυψε από την λεγομένη «Ενωτική Σύνοδο», που πραγματοποιήθηκε στις 15 Δεκεμβρίου 2018 στο Κίεβο. Το Οικουμενικό Πατριαρχείο δεν έλαβε υπ’ όψη της τις θερμές εκκλήσεις και παρακλήσεις πολλών άλλων Ορθοδόξων Τοπικών Εκκλησιών, οι οποίες υπέδειξαν ως τον μόνο ενδεδειγμένο τρόπο επιλύσεως του Ουκρανικού ζητήματος τον Διάλογο και μάλιστα εν Συνόδω, με πανορθόδοξο συμμετοχή όλων των Τοπικών Εκκλησιών. Ήδη η Εκκλησία της Ρωσίας διέκοψε κάθε εκκλησιαστική κοινωνία με το Οικουμενικό Πατριαρχείο και ο Πατριάρχης Μόσχας κ. Κύριλλος έπαυσε να μνημονεύει τον Οικουμενικό Πατριάρχη κ. Βαρθολομαίο. Τώρα πλέον είναι ολοφάνερο ότι η παγκόσμια Ορθοδοξία, μετά την μονομερή απόφαση του Οικουμενικού Πατριαρχείου να χορηγήσει καθεστώς Αυτοκεφαλίας σε μια «Εκκλησία», η οποία δεν είναι τίποτε άλλο παρά ένα συνονθύλευμα σχισματικών, καθηρημένων και αυτοχειροτονήτων, οδηγείται με γοργά βήματα σε ένα νέο μεγάλο σχίσμα, ίσως το δεύτερο μεγάλο σχίσμα μετά από αυτό του 1054, με ανυπολόγιστες εκκλησιαστικές συνέπειες για την πανορθόδοξη ενότητα και προς μεγίστη χαρά των εχθρών της.
Το Ουκρανικό Αυτοκέφαλο αποτελεί μια πρωτοτυπία, αποτελεί σίγουρα μια ιδιάζουσα περίπτωση, που δεν έχει ιστορικό προηγούμενο στην μέχρι σήμερα πορεία της Εκκλησίας μας. Και τούτο διότι στην προκειμένη περίπτωση αγνοήθηκε η βούληση της υπό τον Μητροπολίτη Ονούφριο κανονικής Τοπικής Εκκλησίας, η οποία δεν ζήτησε καθεστώς Αυτοκεφαλίας. Σημειωτέον ότι η εν λόγω Τοπική Εκκλησία εκφράζει το 4/5 περίπου, από πλευράς πληθυσμού, του Ουκρανικού λαού. Αυτοκεφαλία ζήτησε αφ’ ενός μεν η υπό τον πρόεδρο Ποροσένκο Ουκρανική κυβέρνηση και αφ’ ετέρου μια μικρή ομάδα καθηρημένων και αυτοχειροτονήτων «επισκόπων». Αυτοί υπήρξαν και οι πραγματικοί αποδέκτες του Αυτοκεφάλου.
Δεν πρέπει επίσης να παραθεωρείται και μία άλλη παράμετρος του όλου θέματος, που εξηγεί αυτό το παράδοξο, το γιατί δηλαδή αγνοήθηκε η κανονική Τοπική Εκκλησία και η συντριπτική πλειοψηφία του Ουκρανικού λαού. Όπως έχει αποκαλύψει η εκκλησιαστική και πολιτική ειδησεογραφία, πίσω από τη χορήγηση του Αυτοκεφάλου βρίσκονται και πάλι πολιτικές και γεωστρατηγικές σκοπιμότητες. Αυτό αποδεικνύεται ξεκάθαρα όχι μόνον από τις ευχαριστίες που έστειλε ο Ουκρανός Προέδρος κ. Ποροσένκο στις Η.Π.Α. για την «ενεργό υποστήριξή τους στη διαδικασία χορήγησης του Αυτοκεφάλου», αλλά και η επίσημη δήλωση της εκπρόσωπου Τύπου του Υπουργείου Εξωτερικών των Η.Π.Α. Χίθερ Νάουερτ, ότι «οι Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής υποστηρίζουν την χορήγηση Αυτοκεφαλίας στην Ουκρανική Ορθόδοξη Εκκλησία».
Όπως έχουμε ήδη επισημάνει σε παλαιότερη ανακοίνωση μας, γύρω από το όλο ζήτημα ασχολήθηκαν διακεκριμένες προσωπικότητες και ειδικοί ερευνητές, όπως ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης μας κ. Σεραφείμ, [βλ. μνημειώδη μελέτη του με τίτλο: «Υφίσταται εν τη Ορθοδόξω Καθολική Εκκλησία δικαιοδοτική αρμοδιότης εφ’ όλης της Εκκλησίας εκτός της αρμοδιότητος της Οικουμενικής Συνόδου;», (18.10.2018)], ο πρωτοπρ. π. Αναστάσιος Γκοτσόπουλος, πρ. του Ιερού Ναού Αγίου Νικολάου Πατρών, [(βλ. εξ’ ίσου σημαντική εργασία του με τίτλο: «Μικρή συμβολή στο διάλογο για το Ουκρανικό ‘Αυτοκέφαλο’. Υπάγεται η Ουκρανία στη δικαιοδοσία του Οικουμενικού Θρόνου;», (8.1.2019)], ο πρωτοπρ. π. Θεόδωρος Ζήσης, ομότιμος καθηγητής της Θεολογικής Σχολής του Α.Π.Θ., (βλ. σημαντικότατη ερευνητική του εργασία με τίτλο: «Το Ουκρανικό Αυτοκέφαλο», Θεσσαλονίκη 2018, εκδ. «Το Παλίμψηστον»), κ.α. οι οποίοι ανέλυσαν και απέδειξαν με πολύ ισχυρά επιχειρήματα ότι:
Α) Η αποκατάσταση των σχισματικών της Ουκρανίας στο ιερατικό, η αρχιερατικό τους αξίωμα μετά την καθαίρεσή τους από την Πατριαρχείο της Μόσχας δεν είναι δυνατή από Σύνοδο του Οικουμενικού Πατριαρχείου με βάση τους Ιερούς Κανόνες, διότι εν προκειμένω δεν υφίσταται το λεγόμενο «έκκλητο» σε άλλη τελεία Πατριαρχική Σύνοδο παρά μόνον σε Οικουμενική Σύνοδο. Όπως αναφέρει ο Βαλσαμών χαρακτηριστικά: «Αι ψήφοι των Πατριαρχών εκκλήτω ουχ υπόκεινται, Ν ΡΚΓ, κβ, Β.Γ.α.λη «ο μακαριώτατος πατριάρχης εκείνης της διοικήσεως μεταξύ αυτών ακροάσθω, κακείνα οριζέτω άτινα τοις εκκλησιαστικοίς κανόσι, και τοις νόμοις συνάδει, ουδενός μέρους κατά της ψήφου αυτού αντιλέγειν δυναμένου», στην δε «Επαναγωγή» ΙΑ ,6(J.G.R. τ Β , 260) «Το του Πατριάρχου κριτήριον εκκλήτω ουχ υπόκειται, ουδέ αναψηλαφάται υφ’ ετέρου, ως αρχή και αυτών των εκκλησιαστικών κριτηρίων».
Β) Η χορήγηση Αυτοκεφαλίας στην Ουκρανία αποτελεί επέμβαση στο κανονικό έδαφος της Εκκλησίας της Ρωσίας, στην οποία το Κίεβο από το 1686 με πράξη του Οικουμενικού Πατριάρχου Διονυσίου του Δ΄, περιήλθε. Η αντισυνοδική συμπεριφορά του Οικουμενικού Πατριαρχείου στο Ουκρανικό ζήτημα και η συνεργασία του με σχισματικές παρατάξεις και όχι με την κανονική Εκκλησία της Ουκρανίας και την Εκκλησία της Ρωσίας, στην οποία υπάγεται, προσβάλλει τον συντονιστικό ενοποιό ρόλο Του.
Γ) Η επισταμένη μελέτη και έρευνα των λεγομένων «Συνταγματίων», στα οποία καταγράφονται οι κανονικές δικαιοδοσίες των Θρόνων αποτελούν ένα πολύ ισχυρό τεκμήριο, ένα αδιαμφισβήτητο αποδεικτικό στοιχείο για το πού υπάγεται εκκλησιαστικά η Ουκρανία. Από την μελέτη αυτή προκύπτει ξεκάθαρα ότι από τον 17ο αιώνα και εντεύθεν όλα τα «Συνταγμάτια» δεν αναφέρουν την Ουκρανία στις υποκείμενες στο Οικουμενικό Πατριαρχείο εκκλησιαστικές επαρχίες! Επίσης στο «Σύνταγμα των θείων και ιερών Κανόνων», των Γ. Ράλλη-Μ. Ποτλή, όπου αναγράφεται η «Τάξις των Θρόνων της Ορθοδόξου Ανατολικής Εκκλησίας» δεν περιλαμβάνεται η Ουκρανία στις επαρχίες του Οικουμενικού Πατριαρχείου, αλλά στην «Αυτοκέφαλο Εκκλησία της Ρωσίας». Επίσης τα κατ’ έτος εκδιδόμενα «Ημερολόγια», ή «Επετηρίδες του Οικουμενικού Πατριαρχείου» μέχρι και του έτους 2018 αναγράφουν ότι η Εκκλησία της Ουκρανίας υπάγεται κανονικώς στην Εκκλησία της Ρωσίας.
Δ) Η Πανορθόδοξη Εκκλησιαστική Συνείδηση όπως έχει καταγραφεί στα κατ’ έτος εκδιδόμενα «Ημερολόγια», ή «Δίπτυχα», ή «Επετηρίδες» των Τοπικών Ορθοδόξων Εκκλησιών ομόφωνα μαρτυρεί ότι η Εκκλησία της Ουκρανίας υπάγεται στην κανονική δικαιοδοσία της Εκκλησίας της Ρωσίας. Όλα τα Πατριαρχεία και οι κατά τόπους Αυτοκέφαλες Ορθόδοξες Εκκλησίες θεωρούν ως μοναδικό κανονικό Μητροπολίτη Κιέβου τον κ. Ονούφριο, που υπάγεται στην Εκκλησία της Ρωσίας. Με αυτόν και την περί αυτόν Σύνοδο και μόνον είχαν, (επί αιώνες μέχρι και σήμερα), εκκλησιαστική κοινωνία όλες οι Ορθόδοξες Εκκλησίες στα κατά καιρούς πανορθόδοξα συλλείτουργα και στις Διορθόδοξες Επιτροπές. Αυτή η ομοφωνία εκφράζει την Πανορθόδοξη Εκκλησιαστική Συνείδηση, την οποία όμως τώρα το Οικουμενικό Πατριαρχείο παραδόξως και αντικανονικώς αμφισβητεί και ακυρώνει με μια μονοκονδυλιά, ερχόμενο κατ’ ουσίαν σε κραυγαλέα αντίφαση με τον ίδιο τον εαυτό του!
Εν τω μεταξύ η εκκλησιαστική ειδησεογραφία μας πληροφορεί ότι τα γεγονότα τρέχουν και οι εκκλησιαστικές εξελίξεις προχωρούν από το κακό στο χειρότερο, αφού το γενόμενο σχίσμα, αντί να επουλωθεί, βαθαίνει όλο και περισσότερο. Μετά την αντικανονική χορήγηση Αυτοκεφαλίας έχει ξεκινήσει στην Ουκρανία ένας πρωτοφανής διωγμός κατά της κανονικής Ορθοδόξου Εκκλησίας υπό τον Μητροπολίτη Ονούφριο. Επίσκοποι, ιερείς, μοναχοί και πιστοί προπηλακίζονται, αρπάζονται μοναστήρια και ναοί, ενώ διώκονται αδελφότητες της κανονικής Εκκλησίας, η οποία μετονομάστηκε σε «Ρωσική Ορθόδοξη Εκκλησία». Ένας αλληλοσπαραγμός άνευ προηγουμένου. Και ενώ ο διωγμός στην Ουκρανία μαίνεται, το Οικουμενικό Πατριαρχείο με επιστολή του, (αρ. πρωτ.119/24-12-2018), ζήτησε από τις 13 τοπικές Εκκλησίες να αναγνωρίσουν την Αυτοκεφαλία και τη νέα «Εκκλησία» της Ουκρανίας. Ωστόσο ήδη τρεις Αυτοκέφαλες Εκκλησίες: της Σερβίας, Πολωνίας και Τσεχίας δεν αναγνωρίζουν τον σχισματικό «Μητροπολίτη» Επιφάνιο, ενώ εξαπολύουν δριμύ κατηγορώ για τον κ. Βαρθολομαίο. Την ίδια γραμμή αναμένεται να ακολουθήσουν και οι Εκκλησίες της Αντιοχείας, Αλεξανδρείας Ιεροσολύμων και Βουλγαρίας. Πληροφορηθήκαμε ότι το πρόβλημα της χορηγήσεως της Αυτοκεφαλίας απασχόλησε και την Δ.Ι.Σ. της Εκκλησίας της Ελλάδος, η οποία σε συνεδρίασή της στις 8-1-2019 ανέγνωσε την ως άνω επιστολή του Οικουμενικού Πατριάρχου κ. Βαρθολομαίου, σχετικά με την «εκλογή του Πρώτου προκαθημένου της νέας Αυτοκεφάλου Εκκλησίας της Ουκρανίας», όπως και το σχετικό γράμμα «του νέου προκαθημένου της Εκκλησίας της Ουκρανίας κ. Επιφανίου» και εκείνο του «Μακαριωτάτου Πατριάρχου Μόσχας κ. Κυρίλλου». Η Δ.Ι.Σ. τελικά αποφάσισε να παραπέμψει το θέμα σε προσεχή Σύνοδο της Ιεραρχίας.
Με αφορμή λοιπόν την ως άνω ανακοίνωση της Δ.Ι.Σ. και εν όψει προσεχούς συγκλήσεως Συνόδου της Ιεραρχίας μας, με αίσθημα αγωνίας και ευθύνης για την πανορθόδοξη ενότητα της Εκκλησίας μας, θα θέλαμε να απευθύνουμε έκκληση προς τους Σεβασμιωτάτους Ιεράρχες μας και να εκφράσουμε τους προβληματισμούς μας για το μείζον αυτό ζήτημα. Θα θέλαμε να παρακαλέσουμε θερμώς τους Ιεράρχες μας να πράξουν με υψηλό αίσθημα ευθύνης το καθήκον τους. Τους παρακαλούμε να εξετάσουν το θέμα με νηφαλιότητα, φόβο Θεού και αγάπη προς την Εκκλησία, λαμβάνοντας υπ’ όψιν τους Ιερούς Κανόνες και όσα παρά πάνω επισημάναμε, υπηρετώντας την πανορθόδοξη ενότητα και το συμφέρον της Εκκλησίας.
Επίσης τους παρακαλούμε να λάβουν υπ’ όψη τους:
α) Το γεγονός ότι ο πρόεδρος της Ουκρανίας κ. Ποροσένκο είναι ουνίτης, αφού φωτογραφήθηκε πρόσφατα να «κοινωνεί» από ουνίτη «επίσκοπο» της Ουκρανίας.
β) Το ότι ο σχισματικός «Μητροπολίτης» Επιφάνιος ζήτησε την συνεργασία των ουνιτών!
γ) Το γεγονός ότι «ο μοναχός Φιλάρετος Ντενισένκο, κληρικός τυγχάνων του Πατριαρχείου Μόσχας ως Μητροπολίτης Κιέβου το 1992 καθηρέθη εκ του υψηλού της αρχιερωσύνης υπουργήματος και μετά ταύτα ανεθεματίσθη για την πρόκλησι σχίσματος, αλλά και για ετέρας αντικανονικάς αυτού ενεργείας, ο δε έτερος ουδεμία κανονική χειροτονία κέκτηται προερχόμενος εξ ‘Ιεραρχίας’ μιας μορφής ‘ζώσης Εκκλησίας’ του Σοβιετικού Καθεστώτος που συνεστήθη το 1921», όπως παρατηρεί ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης μας κ. κ. Σεραφείμ.
δ) Το γεγονός ότι ο Οικουμενικός Πατριάρχης κ. Βαρθολομαίος «με το υπ’ αριθμ. 1203/29.8.1999 Πατριαρχικόν Του Γράμμα προς τον Μακαριστόν Πατριάρχην Μόσχας κυρόν Αλέξιον αποδέχεται γράφων: ‘Εις απάντησιν προς σχετικό τηλεγράφημα και γράμμα της Υμετέρας λίαν αγαπητής και περισπουδάστου Μακαριότητος, επί του ανακύψαντος προβλήματος εν τη καθ’ Υμάς αδελφή Αγιωτάτη Εκκλησία της Ρωσσίας, όπερ πρόβλημα ωδήγησε την Ιεράν Σύνοδον αυτής όπως προβή, δι’ ους οίδεν αύτη λόγους, εις την καθαίρεσιν του άχρι πρότινος εκ των τα πρώτα φερόντων Συνοδικού μέλους αυτής Μητροπολίτου Κιέβου κυρίου Φιλαρέτου, επιθυμούμεν ίνα γνωρίσωμεν τη Υμετέρα Αγάπη αδελφικώς ότι η καθ’ ημάς Αγία του Χριστού Μεγάλη Εκκλησία αναγνωρίζουσα εις το ακέραιον την επί του θέματος αποκλειστικήν αρμοδιότητα της υφ’ Υμάς αγιωτάτης Εκκλησίας της Ρωσίας αποδέχεται τα Συνοδικώς αποφασισθέντα περί του εν λόγω, μη επιθυμούσα το παράπαν ίνα παρέξη οιανδήτινα δυσχέρειαν εις την καθ’ Υμάς αδελφήν Εκκλησίαν».
Θέλουμε να πιστεύουμε ότι οι Ιεράρχες μας θα αρθούν στο ύψος των περιστάσεων και δεν θα αναγνωρίσουν τη νέα σχισματική «Εκκλησία» υπό τον «Μητροπολίτη» Επιφάνιο, ακολουθώντας τους Ιερούς Κανόνες, τους οποίους υποσχέθηκαν να τηρούν με φρικτούς όρκους κατά την ημέρα της χειροτονίας των.
Εκ του Γραφείου επί των Αιρέσεων και των Παραθρησκειών

ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΝΟΥΝΗΣ, ΒΙΒΛΙΟΠΑΡΟΥΣΙΑΣΙΣ ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΙΕΡΑΤΙΚΗΣ ΔΙΑΚΟΝΙΑΣ ΤΟΥ ΙΕΡΩΣ ΑΠΟΤΕΙΧΙΣΘΕΝΤΩΣ ΚΑΙ ΟΜΟΤΙΜΟΥ ΚΑΘΗΓΗΤΟΥ ΤΗΣ ΠΑΤΡΟΛΟΓΙΑΣ ΤΗΣ ΘΕΟΛΟΓΙΚΗΣ ΣΧΟΛΗΣ ΤΟΥ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟΥ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΤΗΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ (Α.Π.Θ.) π. ΘΕΟΔΩΡΟΥ ΖΗΣΗ


ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΝΟΥΝΗΣ, ΒΙΒΛΙΟΠΑΡΟΥΣΙΑΣΙΣ ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΙΕΡΑΤΙΚΗΣ ΔΙΑΚΟΝΙΑΣ ΤΟΥ ΙΕΡΩΣ ΑΠΟΤΕΙΧΙΣΘΕΝΤΩΣ ΚΑΙ ΟΜΟΤΙΜΟΥ ΚΑΘΗΓΗΤΟΥ ΤΗΣ ΠΑΤΡΟΛΟΓΙΑΣ ΤΗΣ ΘΕΟΛΟΓΙΚΗΣ ΣΧΟΛΗΣ ΤΟΥ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟΥ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΤΗΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ (Α.Π.Θ.) π. ΘΕΟΔΩΡΟΥ ΖΗΣΗ
ΒΙΒΛΙΟΠΑΡΟΥΣΙΑΣΙΣ ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΙΕΡΑΤΙΚΗΣ ΔΙΑΚΟΝΙΑΣ ΤΟΥ ΙΕΡΩΣ ΑΠΟΤΕΙΧΙΣΘΕΝΤΩΣ ΚΑΙ ΟΜΟΤΙΜΟΥ ΚΑΘΗΓΗΤΟΥ ΤΗΣ ΠΑΤΡΟΛΟΓΙΑΣ ΤΗΣ ΘΕΟΛΟΓΙΚΗΣ ΣΧΟΛΗΣ ΤΟΥ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟΥ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΤΗΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ (Α.Π.Θ.) π. ΘΕΟΔΩΡΟΥ ΖΗΣΗ
Του Παναγιώτη Π. Νούνη

 

ΘΕΟΔΩΡΟΥ ΖΗΣΗ (ΠΡΩΤΟΠΡΕΣΒΥΤΕΡΟΥ): Η ΔΙΑΚΟΝΙΑ ΣΤΟΝ Ι. ΝΑΟ ΑΓΙΟΥ ΑΝΤΩΝΙΟΥ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ (Απάντηση στον μητροπολίτη Θεσσαλονίκης), Ά Έκδοση, εκδόσεις: «Το Παλίμψηστον», Φεβρουάριος 2017, σσ. 143.

Μόλις προχθές έλαβα στο ταχυδρομείο μου, ως πολυτιμώτατη ευλογία, δύο άκρως ενδιαφέροντα θεολογικά εγχειρίδια, από τον ιερώς Αποτειχισθέντα καιπροσωπικό  Καθηγητή και Διδάσκαλο μου Πρωτοπρεσβύτερο π. Θεόδωρο Ζήση. Θα θέλαμε με μεγάλη χαρά να τα βιβλιοπαρουσιάσουμε αμέσως ώστε να βρούμε λίγο χρόνο σύν Θεώ για να τα μελετήσουμε.
Θα αρχίσουμε με το πρώτο βιβλίο όπου καταγράφει περί της ιερατικής διακονίας του π. Θ. Ζήση στον Άγιο Αντώνιο της Θεσσαλονίκης όπου το εν λόγω τομίδιο είναι μία συγκροτημένη και ισχυρά ΑΝΤΙΡΡΗΤΙΚΗ απάντησις, τα ΑΠΟΛΟΓΗΤΙΚΑ του πατρός Θεοδώρου κατά του Οικουμενιστού Μητροπολίτου Θεσσαλονίκης κ. Ανθίμου και κατά του Οικουμενικού Πατριάρχου κ. Βαρθολομαίου.
Ο συγγραφέας του παρουσιαζόμενου βιβλίου π. Θεόδωρος Ζήσης, παγκοσμίου βεληνεκούς εκκλησιαστικός άνδρας, καθολικός αρχηγέτης του αντιΟικουμενιστικού Κινήματος, καθώς και έγκριτος ακαδημαϊκός Επιστήμων και Ομότιμος Καθηγητής στην ιερά επιστήμη της Πατρολογίας, ο οποίος είναι ευρέως γνωστός για το πλούσιο συγγραφικό του έργο. Είναι μάλιστα και ο σημαντικός εκδότης του Εκκλησιαστικού Περιοδικού η «ΘΕΟΔΡΟΜΙΑ».
Για το βιογραφικό του π. Θ. Ζήση δύνασθε να λάβετε ενδιαφέρουσες πληροφορίες από εδώ: http://www.theodromia.gr/B5307FF6.el.aspx . Περί των πάμπολλων και ιδιαίτερων επιστημονικών συγγραφών και πατρολογικών μονογραφιών και βιβλίων του δύνασθε να λάβετε πληροφορίες από εδώ:http://www.theodromia.gr/04BD8E2B.el.aspx .
Αναφέρουμε ενδεικτικώς, μερικούς τίτλους των θεολογικών βιβλίων όπου μέχρι στιγμής μελετήσαμε, εμείς προσωπικά, και σας τα προτείνουμε ανεπιφύλακτα, ώστε να τα προμηθευθείτε άμεσα, διότι τα θεωρούμε ως άκρως ενδιαφέροντα, ευανάγνωστα, εύληπτα, επίκαιρα αλλά και πατερικά τεκμηρειωμένα: «(1)Ἑπόμενοι τοῖς θείοις πατράσι. Ἀρχές καί κριτήρια τῆς Πατερικῆς Θεολογίας, Θεσσαλονίκη 1997. (2) Ἡ σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου καί τοῦ κόσμου, Θεσσαλονίκη 1997.  (3) Φραγκέψαμε. Ἡ εὐρωπαϊκή μας αἰχμαλωσία, Θεσσαλονίκη 1994. (4)Πρέπει νὰ μεταφρασθοῦν τὰ λειτουργικὰ κείμενα; Νεοβαρλααμισμὸς ἡ «Λειτουργικὴ Ἀναγέννηση», Θεσσαλονίκη 2003. (5) Διαθρησκειακὲς συναντήσεις. Ἄρνηση τοῦ Εὐαγγελίου καὶ προσβολὴ τῶν Ἁγίων Μαρτύρων, Θεσσαλονίκη 2003. (6) Τὰ ὅρια τῆς ἐκκλησίας. Οἰκουμενισμὸς καὶ Παπισμός,Θεσσαλονίκη 2004. (7) Κολλυβαδικά. Ἅγιος Νικόδημος Ἁγιορείτης Ἅγιος Ἀθανάσιος Πάριος, Θεσσαλονίκη 2004. (8) Ἐκκλησία καὶ Πολιτεία. Χωρισμὸς ἤ συναλληλία;, Θεσσαλονίκη 2006. (9) Κακὴ Ὑπακοὴ καὶ Ἁγία Ἀνυπακοὴ (Ἡ πνευματικὴ καὶ διοικητικὴ κρίση στὴν Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος), Θεσσαλονίκη 2006.»
Όποιος επιθυμεί να διδαχθεί άριστα την επιστήμη των επιστημών και την τέχνη των τεχνών, την ΟΡΘΟΔΟΞΗ Πατερική Θεολογία, και το απλανώς και ορθοδόξως θεολογείν ας φροντίσει να μελετήσει μερικά ή όλα από τα εν λόγω πολυσήμαντα βιβλία του π. Θ. Ζήση.
Εξ αρχής να πούμε ότι η κεντρική έκδοση του εν λόγω υπό βιβλιοπαρουσίαση βιβλίου είναι από τις εκδόσεις «Το Παλίμψηστον». Ο π. Θ. Ζήσης υπογράφει τον πρόλογο όπου εκεί μας αποσαφηνίζει και διευκρινίζει, με Αγιογραφική τεκμηρείωση, την ανάγκη συγγραφής του εν λόγου βιβλίου. Σημειώνει ενδεικτικά: «Ο λόγος της συγγραφής-συρραφής του είναι καθαρά απολογητικός, διότι σκοπεύει να απαντήσει σε ψευδείς και αναληθείς συκοφαντίες και κατηγορίες εναντίον μου…»
Οι 143 σελίδες του εν λόγω βιβλίου διαιρούνται σε τρία επι μέρους κεφάλαια:
  1. ΟΙ ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ. Οπου περιλαμβάνει τις επιστολές του πατριάρχου κ. Βαρθολομαίου προς τον αρχιεπίσκοπο Αθηνών κ. Ιερώνυμο και μία ακόμη επιστολή του μητροπολίτου Θεσσαλονίκης προς τον π. Θ. Ζήση.
  2. Το δεύτερο κεφάλαιο αποτελεί την φοβερή ΑΠΟΛΟΓΙΑ του πατρός Θεοδώρου.
  3. Και το τρίτο κεφάλαιο περιλαμβάνει την έξωθεν και έσωθεν ΚΑΛΗ ΜΑΡΤΥΡΙΑυπό σημαντικών προσώπων και ενοριτών πνευματικών παιδιών του π. Θ. Ζήση.
Στην αρίστη ΑΠΟΛΟΓΙΑ του ο π. Θ. Ζήσης απαντάει σε πολύ σοβαρά προσωπικά, Κανονικά και Εκκλησιολογικά, ερωτήματα και τσακίζει τα κόκκαλα των αντιδίκων: π.χ. γιατί τον απέλυσε ως κληρικό του το Οικουμενικό Πατριαρχείο; Ποιος του παραχώρησε τον Ιερό Ναό του Αγίου Αντωνίου; Γιατί ο μητροπολίτης Θεσσαλονίκης τόσα χρόνια τον εφίμωσε και τον επεριόρισε ως Κληρικό; Ποιος σέβεται την Κανονικότητα της Εκκλησίας;Ποιοι ταγοί προσβάλλωσι την αγιότητα και μοναδικότητα της Εκκλησίας; Η ιερά Αποτείχιση είναι Σχίσμα; Ποια η διάκριση Νομιμότητας και Κανονικότητας; Ποιοι κατ΄ουσίαν είναι οι Σχισματικοί και οι αντάρτες; Σε ποια Σύνοδο υπακούει ο μητροπολίτης Θεσσαλονίκης; Στην Ιερά Σύνοδο της Εκκλησίας της Ελλάδος ή στη Σύνοδο του Οικουμενικού Πατριαρχείου; Γιατί άραγε ο μητροπολίτης Θεσσαλονίκης δεν συμμορφώθηκε με την απόφαση της ιεράς Συνόδου και δεν σεβάστηκε το αυτοδιοίκητο και αυτοκέφαλο της Ελλαδικής Εκκλησίας και προχώρησε να προσφέρει δουλικές υπηρεσίες στο Φανάρι εν αδίκω με σοβαρά πειθαρχικά μέτρα κατά του π. Θεοδώρου Ζήση;
Οι συγγραφείς του καλαίσθητου παρουσιαζόμενου αντιρρητικού βιβλίου είναι, πέραν από τον π. Θ. Ζήση, και αρκετές άλλες ακόμη σημαντικές προσωπικότητες των εν Χριστώ αδελφών Αγιαντωνιτών, των λίαν αγαπητών πρώην ενοριτών μου, καθώς και η εν συνΟδώ Σύναξις Ορθοδόξων Κληρικών Μοναχών και Λαϊκών.
Υπάρχει ένα εξαιρετικώτατο κείμενο του πατρός Αγγέλου Αγγελακοπούλου, ο οποίος είναι Πρωτοπρεσβύτερος της ιεράς Μητροπόλεως Πειραιώς, με τίτλο:Λογοκρισία. Ρατσιστική Συμπεριφορά και άσκηση Εκκλησιαστικού Εκφοβισμού.Όπου σε αυτό καταγράφει ο καλός ποιμένας, γλαφυρά, τα περί των πολυποίκιλων ειδών και σατανικών διωγμών που διενεργώσι, οι αιρετίζοντες Αρχιοικουμενιστές, όπως π.χ. ισχυρά προπαγανδιστική προσπάθεια σπιλώσεως προσώπων και τιμών, πιέσεις για παντελή φίμωσις των παραδοσιακών Κληρικών και Λαϊκών θεολόγων, φημολογίες φρικτών συκοφαντιών και φοβερών, έμμεσων ή άμεσων, απειλών, εκβιασμών, για επικείμενες καθαιρέσεις και αφορισμούςκατά τινών ρωμαλέων ομολογητών Κληρικών Μοναχών και Λαϊκών και δή των ορθοδόξων αντιΟικουμενιστών, υπό του Οικουμενιστού Πατριάρχου κ. Βαρθολομαίου μετά των συν αυτώ.
Και όλα αυτά οι εν δυνάμει καθαιρεμένοι και εκτός Εκκλησίας Οικουμενιστές, τα διενεργώσι, επί παντελή ελλείψη θεολογικών και επιστημονικών επιχειρημάτων για να μας πείσουν τέλος πάντων, ότι η «Πανορθόδοξη Σύνοδος» της Κρήτης είναι «Αγία», «Μεγάλη» και «Οικουμενική». Αν ήτο πράγματι μία Αγία και Οικουμενική Σύνοδος, ποιο το σημαίνον νόημα, ετεροχρονισμένα της συγκλήσεως και της λήξεως των εργασιών της, εκείνης της πρωτοφανούς νεοΦαναριώτικης πνευματικής τρομοκρατίας κατά πάντων και πασών των ορθοδόξων αντιΟικουμενιστών και ιδίως κατά των ιερώς Αποτειχισμένων;
Ο π. Άγγελος Αγγελακόπουλος, σφυροκοπάει ανελέητα, με ισχυρά και ακαταμάχητα επιχειρήματα, διότι καταγράφει τα πράγματα με ακρίβεια καθώς και με παραπομπή στα Οικουμενιστικά λεχθέντα, γραφθέντα και πραχθέντα των Αρχιοικουμενιστών: του Οικουμενικού Πατριάρχη κ. Βαρθολομαίου και του Μητροπολίτου Θεσσαλονίκης κ. Ανθίμου. Εντύπωση κάμνει στο γράφοντα, πέρα των θεολογικών ζητημάτων και η ανθελληνική ή απαξιωτική δημόσια δήλωσις του πατριάρχου κατά των αγωνιστών ηρώων του 1821 ως δήθεν «κάποιων ξεβράκωτων»!...
Αυτός είναι ο «φύλακας του δόγματος» ο πατριάρχης του Γένους μας, όπερ (σκυλο)υβρίζει τους Ήρωες της Ελληνικής Επαναστάσεως ως … «κάτι ξεβράκωτους» ενώ τη ίδια ακριβώς στιγμή φωτογραφίζεται, προκλητικώς, με τα πορτρέτα του «Συνωστιστού» και «Συλέκτου» των κρανίων των Ρωμηών, του γνωστού σε όλους μας μεγίστου σφαγιαστού και γενοκτόνου Κεμάλ Ατατούρκ.
Το δεύτερο και αξιόλογο κείμενο είναι τινός απόστρατου Αξιωματικού του κ. Ανδρέου Μπουλάκη, με τίτλο: Στην πρώτη γραμμή αγωνίζεται ο π. Θεόδωρος , όπου μου έκανε τρομερή εντύπωση, διότι, διενεργεί μία αυστηρά, αντιρρητική κριτική, με το «λευκό γάντι» των αξιωματικών, κατά του αιρετίζωντος μητροπολίτου Ανθίμου. Ο κ. Α. Μπουλάκης τοποθετεί, αξιολογικά και κριτικά, στη σωστή σειρά τα ζητήματα της Πίστεως και έπειτα καθώς ορθά γράφει, έπονται, και τα ζητήματα της πατρίδος. Τα περί της πατρίδος και πολιτικής θέματα,  είναι πράγματι, ελλάσωνος σημασίας, εν σχέσει με τα Θεολογικά Ζητήματα. Φαίνεται όμως ότι οι κληρικολαϊκοί «λύκοι του Οικουμενισμού» αποπροσανατολίσθησαν προ καιρού και εμέθυσαν πολύ από το οργιαστικό φαγοπότι επάνω από το πτώμα της Φίλης Ορθοδοξίας. Τα εν λόγω ζητήματα τα έχωσι μπερδέψει, και μπερδεύωσι μαζί και το Λαό του Θεού, διότι τα έχουσι συγχίσει αλλοιώσει και αμβλύνει, ιδιαίτερα εκείνοι οι πολυπράγμωνες Προκαθήμενοι και οι Μητροπολίτες των Αυτοκεφάλων Εκκλησιών. Τέλος, ο ίδιος ως καλός αξιωματικός, υπερασπίζετε με φοβερή ανδρεία τον καλό ποιμένα μας παπαΘόδωρο. Εύγε του!
Ακολουθούν και μερικά άλλα επιπρόσθετα κείμενα, όπως: των αυταδελφών κυρίων, της κ. Αναστασίας και κ. Ευστρατίας Κοσπαντσίδου όπου σημειώνουσι, δίχως περιστροφές, μερικά πράγματα για αυτό το «αδηφάγο τέρας του Οικουμενισμού» όπου το εκτρέφωσι οι εκκλησιαστικοί ταγοί μας. Αξίζει να μελετηθεί η καταγγελία τους διότι στριμώχνουσι άγρια τον «παναγιώτατο». Υπάρχει ένα άλλο κείμενο όπου υπογράφεται από σχεδόν είκοσι πρόσωπα και είναι μία ενδιαφέρουσα, ιδιωτική πρωτοβουλία-διαμαρτυρία για τις άδικες κατηγορίες κατά του πατρός Θεοδώρου Ζήση. Και αυτή η επιστολή στριμώχνει στη γωνιά τον μητροπολίτη Θεσσαλονίκης.
Ένα επόμενο κείμενο της Φιλολόγου κ. Αφράτης Τζωαννοπούλου με τίτλο:Στερέωσε την πίστη μας ο π. Θεόδωρος. Το αυτό κείμενο το προσυπογράφουσι επίσης καμμιά δεκαριά πρόσωπα. Τα θεολογικά επιχειρήματα της Φιλολόγου κ. Αφράτης Τ. είναι καταπληκτικά και αμάχητα. Τι ωραίος θα ήτο ο κόσμος μας αν οι Φιλόλογοι έριχναν ολίγο περισσότερο ενδιαφέρον στην Πατερική Θεολογία αλλά και οι Θεολόγοι μας να εσπούδαζαν σε βάθος την Φιλολογία.
Υπάρχει και ένα άλλο περίφημο κείμενο τινών καλών εκπαιδευτικών της κ. Αναστασίας Κακάλη και της κ. Παναγιώτας Μπάτσιου. Ένα ακόμη εξαιρετικώτατο κείμενο της κ. Κυριακής Ιωακειμίδου-Μακρυγιάννη. Και ένα τελευταίο κείμενο-συμπαράστασης της κυρίας Ελένης Λωρίτου όπου και το εφωτογράφησα για να το παραθέσω μετά το τέλος της βιβλιοπαρουσίασις.
Το εξώφυλλο του βιβλίου είναι η μία πετυχημένη φωτογραφία η πλαγιομετωπική πρόσωψις του ιερού Ναού του Αγίου Αντωνίου της Θεσσαλονίκης όπου στον ίδιο αυλόγηρο βρίσκεται και το φοιτητικό Οικοτροφείο.
 
Δεν γνωρίζω αν καθόλου έκανε το φιλότιμο κόπο για να τα διαβάσει ο κ. Άνθιμος. Το αμφιβάλλω προσωπικά. Αν τα διάβαζε, κανονικά θα προβληματιζόταν. Και αν θα προβληματιζόταν κάπως, θα προβληματιζόταν και σοβαρά για τα όσα γράφουν, οι Αγιαντωνίτες μαθητές του π. Θεοδώρου. Και αν θα προβληματιζόταν σοβαρά, θα εγίνετο και η άρσις των αντιΚανονικώνεπιτιμίων και των όσων αχρείαστων μητροπολιτικών τιμωριών επεβλήθησαν εν αδίκω  στον πατέρα Θεόδωρο.
Ο Θεσσαλονίκης δεν σκαμπάζει από τέτοια, διότι έχει παγιωθεί στην αμετανοησία, μάλλον, και ότι έβαλε στο νού του μαζί με τον «μεγάλο Βασιλέα» της Πόλεως θα το εκτελέσουν αργά ή γρήγορα, και πάση θυσία, φτάνει να βγεί από τη μέση ο παπαΘόδωρος.
Ο παπαΘόδωρος Ζήσης, ως νέος Ομολογητής και Σουδίτης, σαφώς μας εστερέωσε στη Πίστη του Χριστού, αμφότεροι οι αιρετίζοντες «παναγιώτατοι» προσπαθώσι να μας ξεθεμελιώσουν την αυτή ορθόδοξη Πίστη και να μας στερεώσουν στη Θρησκεία του Αντιχρίστου. Βέβαια αυτό το βιβλίο νομίζω ότι είναι απροσπέλαστος και απαρασάλευτος κυμματοθραύστης.
Και να διανοηθούν να προχωρήσουν σε άλλα ακόμη σκληρώτερα και άδικα μέτρα, κατά του πατρός Θεοδώρου Ζ., το βιβλίο αυτό θα γίνει ο φόβος και ο τρόμος, διότι θα είναι κάρφος στους οφθαλμούς των κατά πάντων και πασών των ορκισμένων Οικουμενιστών.
Διότι, ο π. Θεόδωρος, γνωρίζει, μέσα από κάθε πικρωτάτη δοκιμασία του να παράγει γλυκούς και δημιουργικούς καρπούς.
Να επιστρέφει τα πεπυρωμένα και πονηρά βέλη των αντιδίκων κακοδοξούντων και πονηρευομένων, πλήν πανούργων Κληρικών, ως ευωδέστατη και καρποφόρααντιαιρετική ανθοδέσμη στο Θεολογικό οπλοστάσιο της Ορθοδόξου Καθολικής Εκκλησίας. Συνεχίστε κύριοι οικουμενιστές το σατανόπνευστο έργο σας για να παραγάγει ο π. Θ. Ζήσης πολύτιμα ΑΠΟΛΟΓΗΤΙΚΑ τομίδια εναντίων σας προς ωφέλεια του Χριστεπώνυμου πληρώματος.
Του Παναγιώτη Π. Νούνη
Ορθόδοξος Θεολογών


π.Θεόδωρος Ζήσης, Ορθόδοξοι τιμούν και υποδέχονται τον αιρεσιάρχη Πάπα.


Αποτέλεσμα εικόνας για π. θεόδωρος ζήσης
 
Πρωτοπρεσβύτερος Θεόδωρος Ζήσης
Ὁμότιμος Καθηγητής Θεολογικῆς Σχολῆς Α.Π.Θ.
αρθρογραφεί για katanixi.gr
 
«ΟΡΘΟΔΟΞΟΙ» ΤΙΜΟΥΝ ΚΑΙ ΥΠΟΔΕΧΟΝΤΑΙ ΤΟΝ ΑΙΡΕΣΙΑΡΧΗ ΠΑΠΑ
 
Τούς αἱρετικούς δέν τούς τιμοῦμε. Τούς καταδικάζουμε
 
Εἰσαγωγικά
Τό κείμενο πού ἀκολουθεῖ ἀναγνώσθηκε ὡς εἰσήγηση, μεταφρασμένη στά ρουμανικά, σέ ἡμερίδα πού ὀργάνωσαν μή μνημονεύοντες κληρικοί (ἀποτειχισμένοι), μοναχοί καί λαϊκοί στήν πόλη Μποτοσάνι τῆς Ρουμανίας τήν 1η Μαΐου τρέχοντος ἔτους, τήν Τετάρτη τῆς Διακαινησίμου, μέ τήν εὐκαιρία τῆς ὁσονούπω συμπληρώσεως τριῶν ἐτῶν ἀπό τήν σύγκληση καί λειτουργία τῆς ψευδοσυνόδου τῆς Κρήτης στό Κολυμπάρι Χανίων τόν Ἰούνιο τοῦ 2016, ἀλλά καί πρός ἐκτίμηση τῆς πορείας τοῦ ἀγῶνος ἐναντίον τῆς ψευδοσυνόδου καί γενικῶς ἐναντίον τοῦ Οἰκουμενισμοῦ. Ἐπειδή δέ προσεχῶς εἶναι προγραμματισμένη ἐπίσκεψη τοῦ πάπα στήν Ρουμανία, γιά δεύτερη φορά, κρίθηκε ἀναγκαῖο ἀπό τούς ὀργανωτάς νά ἐνημερωθοῦν οἱ Ρουμάνοι πιστοί περί τοῦ ὅτι ὁ Παπισμός εἶναι αἵρεση, καί γι᾽ αὐτό δέν πρέπει νά μετέχουν στίς τιμητικές ὑποδοχές καί ἐκδηλώσεις τοῦ κοσμικοῦ μονάρχη τῆς Ρώμης, πού ἐνόθευσε τό Εὐαγγέλιο, προκάλεσε σχίσματα καί βοήθησε στόν ἀποχριστιανισμό τῆς Εὐρώπης. Ἐν τῷ μεταξύ ἔλαβαν χώρα ἄλλες δύο ἐπισκέψεις τοῦ ποντίφηκα στήν γειτονιά μας, μέσα στόν Μάϊο, ἡ μία στήν Βουλγαρία, ὅπου ἡ ἐκκλησιαστική ἡγεσία κράτησε στούς λόγους καί στίς πράξεις ἀξιέπαινη στάση, πού θά μποροῦσε νά εἶναι καί αὐστηρότερη, σέ σχέση πάντως πρός ὅλες τίς προηγούμενες ἐπισκέψεις σέ ὀρθόδοξες χῶρες ἦταν ἡ καλύτερη καί ὀρθοδοξότερη, ἐνῶ οἱ ψευτομακεδόνες τῶν Σκοπίων τοῦ ὀργάνωσαν θριαμβευτική ὑποδοχή ἀνταποδίδοντας τήν ἐπί δεκαετίες ὑποστήριξη τοῦ Βατικανοῦ στήν πλαστογράφηση τῆς ἱστορίας μέ τόν ψευτομακεδονισμό τους.
1. Ἡ ἀγάπη εἶναι συνδεδεμένη μέ τήν ἀλήθεια
Ὡς μέλη τοῦ πληρώματος τῆς Ἐκκλησίας στενοχωρούμεθα καί λυπούμεθα, διότι δέν βλέπουμε τίς ὀρθόδοξες ἡγεσίες, τούς ἐπισκόπους, νά τηροῦν σταθερά καί ἀταλάντευτα τήν διαχρονική στάση τῆς Ἐκκλησίας, σύμφωνα μέ τήν ὁποία, τούς αἱρετικούς καί τούς σχισματικούς δέν τούς μισοῦμε ὡς πρόσωπα, φερόμαστε ὅμως αὐστηρά ἀπέναντί τους, ὥστε ἀπό ἀληθινή ἀγάπη νά τούς βοηθήσουμε παιδαγωγικά νά ἐπανέλθουν στήν Ἐκκλησία, ἀλλά καί γιά νά προφυλάξουμε τούς ἄλλους πιστούς ἀπό τήν ἀρρώστια τῆς αἱρέσεως καί τήν ἀπώλεια τῆς σωτηρίας. Μέσα στά Γεροντικά ὑπάρχουν πολλές διηγήσεις, ἀπό τίς ὁποῖες προκύπτει ὅτι, ὅταν συνέβη νά ἐπισκεφθοῦν ὁσίους καί ἁγίους Γέροντες κάποιοι αἱρετικοί, οὔτε τούς δέχθηκαν μέ χαρά οὔτε συνομίλησαν μαζί τους, ἀλλά ἀφοῦ τούς πρόσφεραν ὑλική τροφή τούς εἶπαν νά φύγουν. Ὄχι ἀσφαλῶς ἀπό φανατισμό καί φονταμενταλισμό, ὅπως νομίζουν μερικοί «προοδευτικοί», ἀλλά μέ πόνο ψυχῆς καί ἀπό πραγματική ἀγάπη, γιά νά τούς κάνουν νά αἰσθανθοῦν ὅτι βρίσκονται στήν αἵρεση καί στήν πλάνη. Ἡ ἱστορία τῶν τοπικῶν καί τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων εἶναι γεμάτη ἀπό καταδίκες αἱρετικῶν, ὅπως καί τά θεόσοφα συγγράμματα τῶν Ἁγίων Πατέρων. Ὅλη δέ αὐτή ἡ σταθερή στάση τῆς Ἐκκλησίας εὑρίσκεται συμπυκνωμένη στό «Συνοδικό τῆς Ὀρθοδοξίας», πού διαβάζεται κάθε χρόνο τήν Κυριακή τῆς Ὀρθοδοξίας, καί ἐκεῖ ἐγκωμιάζονται καί ἐπαινοῦνται οἱ Ὀρθόδοξοι, ἐνῶ κατακρίνονται καί ἀναθεματίζονται οἱ αἱρετικοί. Ἡ ἀγάπη εἶναι ἀχώριστα δεμένη μέ τήν ἀλήθεια· χωρίς τήν ἀλήθεια εἶναι ψευτοαγάπη, ἀγαπισμός, ὑποκρισία, διπλωματία, ψευτοευγένεια. Ἄν ἀγαπᾶς κάποιον, τοῦ λές τήν ἀλήθεια, δέν τόν ξεγελᾶς μέ ψέματα, ὅπως ξεγέλασε ὁ Διάβολος τούς πρωτοπλάστους, ὁ ἀρχηγός τοῦ ψεύδους καί τῆς ἀπάτης, καί τούς ἀπομάκρυνε ἀπό τόν Θεό, τήν αὐτοαλήθεια. Ἡ ἀλήθεια εἶναι τοῦ Θεοῦ τό ψέμα τοῦ Διαβόλου.
2. Μετά τό σχίσμα ἐπί χίλια ἔτη δέν τιμήθηκε ὁ πάπας
Γιά τόν λόγο αὐτό δέν καταλαβαίνει κανείς πῶς διαφοροποιοῦνται στό θέμα αὐτό μερικοί ἱεράρχες καί θεολόγοι, ὅταν πρόκειται νά ἀντιμετωπισθεῖ θεολογικά καί ὀρθόδοξα τό θέμα τῶν ἐπισκέψεων τοῦ πάπα σέ ὀρθόδοξες χῶρες. Ἄν ὁ πάπας εἶναι ὀρθόδοξος, ὀφείλουμε νά τόν καλοϋποδεχθοῦμε καί νά τόν τιμήσουμε, γιατί ἔχει τήν χάρη τῆς Ἱερωσύνης καί τήν ἀποστολική διαδοχή, γιατί ἔχει τήν ἴδια μέ ἐμᾶς ὀρθόδοξη πίστη, τό ἴδιο βάπτισμα, τά ἴδια μυστήρια, ἀνήκει στήν Ἐκκλησία, στό ἕνα σῶμα τοῦ Χριστοῦ, ὅπου «εἷς Κύριος, μία πίστις, ἕν βάπτισμα»[1]. Εἶναι ὅμως ὀρθόδοξος ὁ πάπας, ἀνήκει στήν Ἐκκλησία; Ὅλη ἡ Ἐκκλησία, ἡ ἐπί γῆς καί ἡ ἐν οὐρανῷ, περιέχεται μέσα στόν Ἅγιο Δίσκο τῆς Προσκομιδῆς, ὅπου ἐξάγει ὁ ἱερεύς μερίδες τῶν Ἁγίων, τῶν ζώντων καί τῶν κεκοιμημένων, καί μνημονεύει τά ὀνόματά τους. Μνημονεύεται καί ὁ πάπας, μνημονεύονται καί οἱ παπικοί στό Δισκάριο τῆς Προσκομιδῆς; Ὅποιος δέν περιλαμβάνεται ἐκεῖ εἶναι ἐκτός τῆς Ἐκκλησίας, στήν αἵρεση ἤ στό σχίσμα, δέν ἔχει οὔτε ἀποστολική διαδοχή, οὔτε Χάρη, οὔτε μυστήρια.
Δέν ὑπάρχει καμμία ἀμφιβολία, καί εἶναι ἐκτός πάσης συζητήσεως, ὅτι ὁ Παπισμός εἶναι αἵρεση καί μάλιστα μεγάλη, πολλαπλῆ αἵρεση. Δέν εἶναι αἵρεση τό Filioque, τό πρωτεῖο, τό ἀλάθητο, τό καθαρτήριο πῦρ, τά ἄζυμα, ἡ ἄρνηση τῶν ἀκτίστων ἐνεργειῶν τοῦ Θεοῦ, τό κοσμικό κράτος; Μόνον γιά ἕνα ἀπό αὐτά θά εἶχε στήσει σύνοδο ἡ Ἐκκλησία γιά νά καταδικάσει αὐτόν πού τά ἀποδέ-χεται καί τά διδάσκει, ὅπως ἔκανε γιά πολλούς αἱρετικούς, καί τό ἔχει κάνει βέβαια καί γιά τόν Παπισμό καί τίς πλάνες του. Μπορεῖ κανείς νά φαντασθεῖ γιά τόν Ἄρειο, τόν Μακεδόνιο, τόν Νεστόριο, τόν Εὐτυχῆ, τούς Εἰκονομάχους, ἀντί νά εἰσάγονται ὡς κατηγορούμενοι σέ συνόδους νά ὀργανώνουμε τιμητικές ἐπισκέψεις, νά τούς ἐπαινοῦμε καί πολλές φορές νά συμπροσευχόμαστε μαζί τους ἤ μετά τήν καταδίκη τους νά ψάχνουμε σέ θεολογικούς διαλόγους μήπως δέν εἶναι αἱρετικοί καί ἔκαναν λάθος οἱ θεοφώτιστοι Πατέρες πού τούς κατε-δίκασαν; Εἴμαστε ἐμεῖς σοφώτεροι καί ἁγιώτεροι τῶν Ἁγίων Πατέρων καί Οἰκουμενικῶν Διδασκάλων;
Ἐπί χίλια ἔτη μετά τήν ἀπόσχιση τῶν Παπικῶν ἀπό τήν Ἐκκλησία οὐδέποτε διανοήθηκε κάποιος ὀρθόδοξος πατριάρχης, μητροπολίτης, ἀρχιεπίσκοπος, ἐπί-σκοπος νά ὑποδεχθεῖ καί νά τιμήσει τόν πάπα, πολύ περισσότερο νά συμπροσ-ευχηθεῖ μαζί του. Αὐτήν τήν σταθερή ὀρθόδοξη παράδοση, ἡ ὁποία στηρίζεται στό ὅτι ὁ Παπισμός εἶναι αἵρεση, ἀλλά καί στήν διεκδίκηση παγκοσμίου πρωτείου ἐξουσίας, κοσμικῆς καί ἐκκλησιαστικῆς, προσπαθεῖ νά ἀποδυναμώσει ὁ Παπισμός μέ τίς ἐπισκέψεις τοῦ πάπα σέ ὀρθόδοξες χῶρες. Στό παγκόσμιο κοινό, χριστιανικό καί θύραθεν, μεταδιδόμενες οἱ εἰκόνες τῶν ἐπισκέψεων, ἀφήνουν τήν ἐντύπωση ὅτι, ἀφοῦ οἱ Ὀρθόδοξοι τιμοῦν τόν πάπα, δέν ὑπάρχουν σοβαρές διαφορές μεταξύ τους καί τόν ἀναγνωρίζουν ὅλοι ὡς πρῶτο ἡγέτη τῆς Χριστιανοσύνης.
3. Οἱ Ὀρθόδοξοι Ἕλληνες δέν τίμησαν τόν πάπα τό 2001.
Γιά τήν Ἑλλάδα, τήν χώρα ἀπό τήν ὁποία προέρχομαι, ἦταν ἀδιανόητη ἀκόμη καί ἡ σκέψη στούς κύκλους τοῦ Βατικανοῦ νά ὀργανώσουν ἐπίσκεψη τοῦ πάπα στήν Ἀθήνα. Οἱ Ἕλληνες Ὀρθόδοξοι ἐθεωροῦντο ὡς οἱ πλέον ἀντιπαπικοί μεταξύ τῶν Ὀρθοδόξων, μέχρι καί τῆς ἐποχῆς τοῦ ἀρχιεπισκόπου Χριστοδούλου (1998-2008), ὁ ὁποῖος δυστυχῶς ὑπέκυψε σέ πολιτικές καί ἄλλες πιέσεις, ἰδιαίτερα λόγῳ τοῦ εὐρωπαϊκοῦ προσανατολισμοῦ τῆς χώρας, καί συμπράττοντας μέ τήν πολιτική ἡγεσία συνδιοργάνωσαν ἐπίσημη ἐπίσκεψη τοῦ Πολωνοῦ γηραιοῦ πάπα στίς 4 Μαΐου τοῦ 2001. Οἱ ἀντιδράσεις τοῦ πληρώματος τῆς Ἐκκλησίας ἦταν σεισμικές. Ὁ ἀρχιεπίσκοπος δέν τόλμησε νά συγκαλέσει τήν Ἱεραρχία, διότι ἡ πλειονότης τῶν ἀρχιερέων ἦταν ἀντίθετη, ὁμόφωνη ἡ Ἱερά Κοινότης τοῦ Ἁγίου Ὄρους ἀντέδρασε, διακόσια μοναστήρια (200) ἐκτός τοῦ Ἁγίου Ὄρους, χριστιανικά σωματεῖα, πανεπιστημιακοί δάσκαλοι, μέ ἐπιστολές, ἡμερίδες, ἀγρυπνίες, συνεντεύξεις, ψηφίσματα, συλλαλητήρια μπροστά στό κτήριο τῆς ἀρχιεπισκοπῆς προσπάθησαν νά ἀλλάξουν τήν ἀπόφαση τοῦ ἀρχιεπισκόπου. Τό ὑγιές πλήρωμα τῆς Ἐκκλησίας, ἡ Ἐκκλησία, πού δέν εἶναι μόνον ὁ προκαθήμενος καί ἐλάχιστοι φιλοπαπικοί ἐπίσκοποι, ἦταν ἀντίθετη στήν ἐπίσκεψη τοῦ πάπα. Ὁ πάπας τελικά ἦλθε, ἀλλά δέν τόν ὑποδέχθηκε ὁ ὀρθόδοξος λαός, ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος· τόν ὑποδέχθηκαν μέ ἰσχυρή ἀστυνομική προστασία ὁ ἀρχιεπίσκοπος καί τά μέλη τῆς μικρῆς δωδεκαμελοῦς συνόδου, χωρίς κοινή δημόσια ἐμφάνιση, γιά νά ἀποφευχθοῦν οἱ ἀντιδράσεις τῶν Ὀρθοδόξων πιστῶν. Τόν λαό τόν ἔκρυψαν καί τόν ἐξαφάνισαν οἱ κυβερνῶντες, γιά νά μή τούς δυσφημήσει καί χαλάσει τό εὐρωπαϊκό προφίλ τῆς χώρας.
Θριαμβολογοῦσαν μετά τήν ἐπίσκεψη μεγάλες εὐρωπαϊκές ἐφημερίδες γράφοντας ὅτι ἔπεσε τό ἀντιπαπικό κάστρο τῆς Ἑλλάδος. Ἔκαναν ὅμως λάθος· τό κάστρο τῆς λαϊκῆς ἐπαγρύπνησης, τό κάστρο τῆς Ὀρθοδοξίας δέν ἔπεσε· ἁπλῶς κάποιοι ἀξιωματικοί, χωρίς ἀντίσταση, παραδόθηκαν στίς δυνάμεις τοῦ Παπισμοῦ, ὁ ὁποῖος ὅμως εἶχε μεγάλες ἀπώλειες. Διότι γιά πρώτη φορά ὁ πολύς κόσμος, ἀλλά καί τό πλησιέστερο πρός τήν Ἐκκλησία τμῆμα τοῦ λαοῦ, ἔμαθαν καί πληροφορήθηκαν ἀπό τούς ἀντιδρῶντες τί εἶναι ὁ Παπισμός καί ἡ Οὐνία, τίς σκοτεινές σελίδες τῆς ἱστορίας τῶν παπῶν. Αὐτό δέν τό ὑπολόγιζαν οἱ ἐπιτελεῖς τοῦ Βατικανοῦ καί νόμισαν ὅτι ἦταν ἀρκετό νά ἁλώσουν τήν ἐκκλησιαστική ἡγεσία. Ἄν συγκεντρωθεῖ σέ τόμους τί ἐλέχθη καί τί ἐγράφη τήν περίοδο ἐκείνη γιά τούς πάπες, τόν Παπισμό καί τήν Οὐνία, δέν θά ὑπάρχουν πιό μαῦρες σελίδες, γιά τήν ἱστορία τοῦ παπικοῦ θεσμοῦ καί πιό ἀποτελεσματική ἀπαξίωση τῆς πάλαι ποτέ Ὀρθόδοξης Ρώμης. Μεγάλο μέρος τοῦ ὑλικοῦ αὐτοῦ ἔχει θησαυρισθῆ στά τέσσερα πολυσέλιδα τεύχη τοῦ περιοδικοῦ «Θεοδρομία» τῆς «Ἑταιρείας Ὀρθοδόξων Σπουδῶν», τοῦ ἔτους 2001, συνολικῆς ἐκτάσεως ἑπτακοσίων σελίδων (700), καί σέ ἔκτακτες περιοδικές ἐκδόσεις πού εἶχαν μεγάλη ἀπήχηση, ὅπως τό τεῦχος 17 τοῦ περιοδικοῦ «Παρακαταθήκη» μέ τίτλο «Ἡ Ρωμιοσύνη ἀντιστέκεται. Δέν ὑποκύπτουμε στήν Pax Vaticana. Ἀνεπιθύμητος ὁ πάπας στήν Ἑλλάδα», ὅπως ἐπίσης καί πολλά τεύχη τοῦ περιοδικοῦ «Γρηγορεῖτε» τῆς Ὀρθοδόξου Ἀδελφότητος τῆς Θεσσαλονίκης «Ἡ Δορκάς» τοῦ ἔτους 2001. Μεγάλη ἀπήχηση καί διάδοση εἶχε τό μικρό βιβλίο τῶν ἐκδόσεων «Ὀρθόδοξος Κυψέλη» μέ τίτλο «Κείμενα Ὀρθοδόξου Ὁμολογίας, μέ ἀφορμή τήν ἐπίσκεψη τοῦ πάπα. Στούς αἱρετικούς ἁρμόζει εὐγενής περιφρόνησις» (Θεσσαλονίκη 2001). Σέ ἔκτακτη ἔκδοση τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Μεγάλου Μετεώρου λίγο ἀργότερα μέ τίτλο «Ἐν Συνειδήσει» παρουσιάσθηκαν «Οἱ κακοδοξίες τοῦ Παπισμοῦ» τόν Δεκέμβριο τοῦ 2006 καί λίγο ἀργότερα τόν Ἰούνιο τοῦ 2009 πάλι μέ τεῦχος «Ἐν Συνειδήσει» παρουσιάσθηκε τό θέμα «Οἰκουμενισμός. Ἱστορική καί κριτική προσέγγιση» μέ πολλά ἀντιπαπικά ἄρθρα. Ὅσα μνημονεύσαμε εἶναι μέρος μόνον αὐτῶν πού ἐγράφησαν μέ ἀφορμή τήν ἐπίσκεψη τοῦ πάπα.
4. Ἡ Ἐκκλησία τῆς Βουλγαρίας εἶναι τώρα προσεκτική. Ἀξιέπαινη καί ἡ Ἐκκλησία τῆς Οὐκρανίας.
Ἡ Ἐκκλησία τῆς Βουλγαρίας, τώρα πού τό Βατικανό ζητάει γιά δεύτερη φορά νά ἐπισκεφθεῖ ὁ πάπας τήν Βουλγαρία, ὅπως καί τήν Ρουμανία, εἶναι προσεκτικότερη. Διεμήνυσε στόν παπικό νούντσιο ὅτι δέν συμμετέχει στήν πρόσκληση τοῦ πάπα, τόν ὁποῖο καλεῖ μόνο ἡ πολιτεία, καί συνιστᾶ στούς κληρικούς καί στούς πιστούς νά μή μετάσχουν σέ τιμητικές ἤ λατρευτικές ἐκδηλώσεις. Εἶναι ἀξιέπαινη ἡ Βουλγαρική Ἱεραρχία, διότι μέ συνέπεια κρατεῖ ἀντιοικουμενιστική καί ἀντιπαπική στάση· ἀπέσυρε τήν συμμετοχή της στό λεγόμενο «Παγκόσμιο Συμβούλιο Ἐκκλησιῶν» καί στούς διεξαγόμενους Θεολογικούς Διαλόγους, καί τό σημαντικότερο εἶναι ὅτι δέν ἔλαβε μέρος στήν ψευδοσύνοδο τῆς Κρήτης, ἡ ὁποία νομιμοποίησε τίς αἱρέσεις καί τίς ὀνόμασε ἐκκλησίες, ἀφαιρώντας τόν σπουδαιότερο λόγο, πού ἔχουμε οἱ Ὀρθόδοξοι, γιά νά μή δεχόμαστε τόν πάπα, τό ὅτι δηλαδή ὁ Παπισμός στήν διαχρονική ἐκκλησιαστική συνείδηση εἶναι αἵρεση, καί μάλιστα πολυκέφαλη. Παρόμοια στάση ἐκράτησε καί ἡ αὐτόνομη Ἐκκλησία τῆς Οὐκρανίας, ὅταν ἐπισκέφθηκε τήν χώρα ὁ πάπας· ὁ προκάτοχος τοῦ σημερινοῦ μητροπολίτου Ὀνουφρίου, ἀείμνηστος μητροπολίτης Βλαδίμηρος, ἀρνήθηκε νά μετάσχει στήν πρόσκληση καί στήν ὑποδοχή τοῦ πάπα, ἐνῶ τό ἔπραξε εὐχαρίστως ὁ σχισματικός πατριάρχης Κιέβου Φιλάρετος, τόν ὁποῖο ἐπιβραβεύει τώρα καί γι᾽ αὐτό ἡ Κωνσταντινούπολη μέ τήν ἐκχώρηση αὐτοκεφαλίας, ἀλλά καί γιά τήν ὁλοπρόθυμη ὑποστήριξη τῆς ψευδοσυνόδου τῆς Κρήτης, χωρίς νά ἔχει εἰς αὐτό, ὡς σχισματικός, οὐδεμία ἁρμοδιότητα. Περισσότερο βέβαια ἀξίζουν τόν ἔπαινο καί τίς εὐχαριστίες τοῦ ὀρθοδόξου πληρώματος οἱ ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες, πού μέχρι τώρα ἀρνοῦνται νά δεχθοῦν τόν πάπα, ὅπως οἱ Ἐκκλησίες τῆς Ρωσίας καί τῆς Σερβίας, μολονότι σκιάζει σοβαρά τήν ἐμπιστοσύνη μας, γιά μέν τήν πρώτη τό ὅτι μολονότι δέν ἔλαβε μέρος στήν ψευδοσύνοδο τοῦ Κολυμπαρίου, συμπορεύεται μέ τό Φανάρι στήν ὑποστήριξη τοῦ Παπισμοῦ καί τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, γιά δέ τήν δεύτερη ὅτι ἔλαβε μέρος στήν ψευδοσύνοδο καί ἐνίσχυσε τόν Οἰκουμενισμό καί τόν Παπισμό, αὐτά δηλαδή πού ἐπιθυμοῦσε ἡ Κωνσταντινούπολη.
Οἱ ἀποφάσεις πάντως τοῦ Κολυμπαρίου, ἰδιαίτερα γιά τήν ἐκκλησιοποίηση τῶν αἱρέσεων, δέν ἔχουν ἀλλάξει τίποτε γιά τήν ἀντιμετώπιση τοῦ Παπισμοῦ ὡς αἱρέσεως καί ἑπομένως γιά τό ὅτι δέν πρέπει νά γίνεται δεκτός ὁ πάπας καί νά τιμᾶται, ὅπως συμβαίνει μέ τίς συχνές καί ἐπαναλαμβανόμενες ἐπισκέψεις του σέ ὀρθόδοξες χῶρες. Τό Κολυμπαρι ἔλαβε ἀποφάσεις ἀντίθετες πρός τήν προηγούμενη συνοδική καί πατερική Παράδοση καί γι᾽ αὐτό εἶναι ἄκυρες, πέραν τῶν ἄλλων οὐσιαστικῶν ἐλλείψεων ὡς πρός τήν ὀργάνωση καί τήν ἀντιπροσώπευση τοῦ πληρώματος τῆς Ἐκκλησίας. Ὅλες οἱ σύνοδοι, ἡ μία μετά τήν ἄλλη συμφωνοῦν μεταξύ τους καί ἐπικυρώνουν ἡ μία τήν ἄλλη, σάν νά εἶναι συνεδρίες τῆς ἴδιας συνόδου. Ὅποια σύνοδος δέν συμφωνεῖ αὐτοακυρώνεται καί αὐτοαποβάλλεται ἀπό τήν ὀρθόδοξη συνοδική ἱστορία.
5. Ἐνδεικτικές μαρτυρίες περί τοῦ ὅτι ὁ Παπισμός εἶναι αἵρεση
Εἶναι πάμπολλες οἱ μαρτυρίες καί πλούσια ἡ σχετική βιβλιογραφία περί τοῦ ὅτι ὁ Παπισμός εἶναι αἵρεση. Ἐνδεικτικά θά ἀναφέρουμε ἐλάχιστες. Ἐν πρώτοις κατά τήν ἐπί τοῦ πατριάρχου Φωτίου γενομένη σύνοδο τοῦ 879, τήν θεωρούμενη ὡς 8η Οἰκουμενική, καταδικάσθηκε ἡ αἵρεση τοῦ Filioque, παρόντων μάλιστα καί παπικῶν ἀντιπροσώπων[2]. Τό ἴδιο συνέβη καί στίς ἡσυχαστικές συνόδους τοῦ 1341 καί 1351, πού θεωροῦνται ὡς 9η Οἰκουμενική, ὅπου πρωταγωνιστοῦντος τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου Παλαμᾶ, καταδικάσθηκε ἐπίσης ἡ παπική αἵρεση περί κτιστῆς Θείας Χάριτος, πού ἐδίδασκε ὁ Βαρλαάμ Καλαβρός. Διευρυμένη μείζων Σύνοδος στήν Κωνσταντινούπολη τῶν πατριαρχῶν τῆς Ἀνατολῆς τό 1848 ἀπαντώντας στήν ἐγκύκλιο τοῦ πάπα Πίου Θ´ «Πρός τούς Ἀνατολικούς», μέ τήν ὁποία καλοῦσε τούς Ὀρθοδόξους νά ἑνωθοῦν ἀναγνωρίζοντας τό πρωτεῖο τοῦ πάπα, χαρακτηρίζει τόν Παπισμό ὡς αἵρεση παρόμοια μέ τόν Ἀρειανισμό, πού πρόκειται πάντως νά ἐκλείψει, ὅπως ἐξέλιπαν καί οἱ ἀρχαῖες αἱρέσεις. Ὅσοι ἀκολουθοῦν τήν παπική διδασκαλία περί τοῦ ὅτι τό Ἅγιο Πνεῦμα ἐκπορεύεται «καί ἐκ τοῦ Υἱοῦ» (filioque) εἶναι αἱρετικοί, καί κάθε ἐπικοινωνία τῶν Ὀρθοδόξων μέ αὐτούς εἶναι ἄθεσμη καί ἀντορθόδοξη[3].
Ἡ συμφωνία τῶν Ἁγίων Πατέρων περί τοῦ ὅτι ὁ Παπισμός εἶναι αἵρεση εἶναι ὁλοφάνερη. Λόγῳ ἐλλείψεως χρόνου μνημονεύουμε μόνον ὀλίγους. Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος Παλαμᾶς, ἀρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης (1347-1359), διδάσκει ὅτι οἱ Λατῖνοι εἶναι «πειθήνια ὄργανα τοῦ Σατανᾶ». Ὅπως παρεκίνησε τούς ἀρχαίους αἱρετικούς καί ἐταλαιπώρησαν τήν Ἐκκλησία, ἔτσι ὑποψιθύρισε καί εἰς τά ὦτα τῶν Λατίνων τήν αἵρεση ὅτι τό Ἅγιο Πνεῦμα ἐκπορεύεται «καί ἐκ τοῦ Υἱοῦ». Ἐπειδή οἱ Ὀρθόδοξοι γνωρίζουμε τίς μεθοδεῖες τοῦ Διαβόλου, πού εἶναι ἀφανεῖς εἰς τούς πολλούς, δέν πρόκειται νά δεχθοῦμε σέ κοινωνία τούς Λατίνους, μέχρι νά ἀφαιρέσουν ἀπό τό Σύμβολο τῆς Πίστεως τήν ἀθέμιτη αὐτή προσθήκη: «Οὐδέποτ᾽ ἄν ὑμᾶς κοινωνούς δεξαίμεθα, μέχρις ἄν καί ἐκ τοῦ Υἱοῦ τό Πνεῦμα λέγητε»[4]. Στό νέο μας βιβλίο γιά τόν Ἅγιο Γρηγόριο Παλαμᾶ ἀφιερώνουμε ὁλόκληρο κεφάλαιο μέ τίτλο «Ὁ παπισμός κατά τόν Ἅγιο Γρηγόριο τόν Παλαμᾶ»[5]. Ὁ Ἅγιος Συμεών Θεσσαλονίκης ὁ Μυσταγωγός (1416/17-142), ὁμόθρονος καί ὁμότροπος τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου Παλαμᾶ, μᾶς διδάσκει ὅτι οἱ Παπικοί ἔχασαν τήν Χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ὅλα εἰς αὐτούς εἶναι ἀχαρίτωτα, διότι ὑποτίμησαν καί ἐβλασφήμησαν τό Ἅγιο Πνεῦμα[6]. Ὁ Ἅγιος Μᾶρκος ὁ Εὐγενικός, πού χαρακτηρίσθηκε δικαίως ὡς «Ἀντίπαπας» ἀπό τόν Ἅγιο Ἀθανάσιο Πάριο, διότι ὁλομόναχος στήν σύνοδο Φερράρας-Φλωρεντίας ἀκύρωσε τίς εὐνοϊκές γιά τόν Παπισμό ἀποφάσεις τῆς ψευδοσυνόδου (1438-1439), ὑποστηρίζει, ὅτι ἀποκόψαμε καί διώξαμε τούς Λατίνους ἀπό τό κοινό σῶμα τῆς Ἐκκλησίας «ὡς ἄτοπα καί δυσσεβῆ φρονοῦντας καί παραλόγως τήν προσθήκην ποιήσαντας. Οὐκοῦν ὡς αἱρετικούς αὐτούς ἀπεστράφημεν καί διά τοῦτο αὐτῶν ἐχωρίσθημεν»[7]. Δύο μαρτυρίες ἀκόμη ἀπό Ἁγίους τῆς περιόδου τῆς Τουρκοκρατίας. Ὁ Ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός με ἔμφαση καί χωρίς καμμία ἐπιφύλαξη λέγει εἰς ὅλους τούς Ὀρθοδόξους «Τόν πάπα νά καταρᾶσθε, διότι αὐτός εἶναι ἡ αἰτία» ὅλων τῶν δεινῶν, πιστεύει δέ ὅτι τόν Ἀντίχριστο τόν ἐκπρωσωποῦν δύο· ὁ πάπας καί ὁ Μωάμεθ[8]. Ὁ Ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης λέγει ἐπίσης σέ ἐκτενῆ ἑρμηνευτική ὑποσημείωση στό «Πηδάλιο» γιά τό βάπτισμα τῶν Λατίνων ὅτι «οἱ Λατῖνοι εἶναι αἱρετικοί… καί ὡς αἱρετικούς τούς βδελυττόμεθα, ὅ,τι λογῆς δηλαδή καί τούς Ἀρειανούς ἤ Σαβελλιανούς ἤ πνευματομάχους Μακεδονιανούς… Λοιπόν ὄντας ὁμολογούμενον, πώς οἱ Λατῖνοι εἶναι παμπάλαιοι αἱρετικοί, ἐν πρώτοις εὐθύς ἀπό τοῦτο εἶναι ἀβάπτιστοι, κατά τόν μέγαν Βασίλειον ἀνωτέρω, καί τούς πρό αὐτοῦ ἁγίους Κυπριανόν καί Φιρμιλιανόν. Διατί λαϊκοί γενόμενοι, μέ τό νά ἐξεκόπησαν ἀπό τήν Ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν δέν ἔχουν πλέον ἐλόγου τους τήν Χάριν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος διά τῆς ὁποίας οἱ ὀρθόδοξοι ἱερεῖς τελειώνουσι τά μυστήρια». Ἀλλά καί γιά ἕνα δεύτερο λόγο, κατά τόν Ἅγιο Νικόδημο, «οἱ Λατῖνοι εἶναι ἀβάπτιστοι, διατί δέν φυλάττουσι τάς τρεῖς καταδύσεις εἰς τόν βαπτιζόμενον, καθώς ἄνωθεν ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία παρά τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων παρέλαβεν»[9]. Τέλος ἀπό τούς συγχρόνους Ἁγίους ἄς μνημονεύσουμε τόν Σέρβο Ὅσιο Ἰουστῖνο Πόποβιτς, καθηγητή τῆς Δογματικῆς, ὁ ὁποῖος ἔγραψε ὅτι «Εἰς τήν ἱστορίαν τοῦ ἀνθρωπίνου γένους ὑπάρχουν τρεῖς πτώσεις: τοῦ Ἀδάμ, τοῦ Ἰούδα, τοῦ πάπα»[10].
Ἐπίλογος
Θά τελειώσω μέ κάτι πού ἔγραψα λίγο πρίν ἔλθει ὁ πάπας στήν Ἑλλάδα σέ ἕνα μικρό κείμενο τό 2001, πού εἶχε ὡς τίτλο «Μέ τό ἀρνίο ἤ μέ τό θηρίο; Μέ τόν Χριστό ἤ μέ τόν πάπα;»[11]: «Αὐτό πού ἀπευχόμασταν νά γίνει ἔγινε. Ὁ πάπας ἔρχεται στήν Ἑλλάδα μέ τήν συγκατάθεση καί τήν συγκεκαλυμμένη συμμετοχή τῆς Ἱερᾶς Συνόδου, ὄχι τῆς Ἐκκλησίας… Ὁ αἱρεσιάρχης πάπας, ὁ αἴτιος τοῦ χωρισμοῦ Ἀνατολῆς καί Δύσεως μέ τίς ἑωσφορικές ἀξιώσεις περί πρωτείου καί παγκόσμιας δικαιοδοσίας, ἡ πηγή τῶν μετά ταῦτα διαιρέσεων στήν Δύση, ὁ διαστροφεύς τοῦ μηνύματος τῆς ἀγάπης καί τῆς ταπεινώσεως σέ κοσμική δικανική δύναμη ἐξουσίας, ὁ σταυρωτής καί θύτης ὀρθοδόξων καί ἀλλοδόξων λαῶν μέ αἱμοστάζοντα ἀκόμη τά χέρια ἀπό ὁλοκαυτώματα καί σφαγές, ὁ καταστροφεύς τῆς Ρωμιοσύνης, ἔχει προγραμματίσει μέ τό πρόσχημα ἱερῶν προσκυνημάτων, νά τόν προσκυνήσουν ὅλοι οἱ λαοί, πρό παντός οἱ ἀδούλωτοι Ὀρθόδοξοι Ἕλληνες. Ποιός μπορεῖ νά ἀντισταθεῖ; «Τίς ὅμοιος τῷ θηρίῳ; Τίς δύναται πολεμῆσαι μετ᾽ αὐτοῦ;. Καί ἐδόθη αὐτῷ στόμα λαλοῦν μεγάλα καί βλασφημίαν. Καί ἐδόθη αὐτῷ πόλεμον ποιῆσαι μετά τῶν ἁγίων καί νικῆσαι αὐτούς, καί ἐδόθη αὐτῷ ἐξουσία ἐπί πᾶσαν φυλήν καί λαόν καί γλῶσσαν καί ἔθνος. Καί προσκυνήσουσιν αὐτόν πάντες οἱ κατοικοῦντες ἐπί γῆς, ὧν οὐ γέγραπται τό ὄνομα ἐν τῷ βιβλίῳ τῆς ζωῆς τοῦ ἀρνίου τοῦ ἐσφαγμένου ἀπό καταβολῆς κόσμου»[12].
Οἱ ἀπογεγραμμένοι ἐν τῷ βιβλίῳ τῆς ζωῆς Ἅγιοι Πατέρες δέν προσκύνησαν τόν πάπα· τόν καταράστηκαν καί τόν ἀναθεμάτισαν. Δέν θά τόν τιμήσει ὁ εὐσεβής ὀρθόδοξος ἑλληνικός λαός· δέν θά συμπεριληφθεῖ στούς προσκυνητάς του… Πολλοί ἐπίσκοποι, ἡγούμενοι, ἱερεῖς, μοναχοί καί πλῆθος πιστῶν, ὄχι μόνο δέν θά συμμετάσχουν στίς ὑποδοχές καί στά συμπόσια, ἀλλά θά κάνουν ὅ,τι μποροῦν, γιά νά μή συρθεῖ ταπεινωμένη ἡ Ἐκκλησία, ἀπό διστακτικούς καί φοβισμένους ἡγέτες, νά προσκυνήσει τό «θηρίο»».
Γνωρίζουμε ὅτι τελικά νικητής θά εἶναι τό Ἀρνίο καί μαζί του νικητές οἱ κλητοί καί ἐκλεκτοί: «Οὗτοι μετά τοῦ ἀρνίου πολεμήσουσι, καί τό ἀρνίον νικήσει αὐτούς, ὅτι κύριος κυρίων ἐστί καί βασιλεύς βασιλέων, καί οἱ μετ᾽ αὐτοῦ κλητοί καί ἐκλεκτοί καί πιστοί»[13]. Εὐχόμαστε ὁ εὐσεβής ὀρθόδοξος λαός τῆς Ρουμανίας, ἀκολουθώντας τούς Ἁγίους καί τούς ἀξίους ἱερεῖς, μοναχούς καί θεολόγους νά ταχθεῖ μέ τό Ἀρνίο καί ὄχι μέ τό θηρίο.

[1]. Ἐφ. 4, 5.
[2]. Πρακτικά Η´ Οἰκουμενικῆς Συνόδου, εἰς Δοσιθεου Πατριαρχου Ιεροσολυμων, Τόμος Χαρᾶς, Ἐκδόσεις Βασ. Ρηγοπουλου, Θεσσαλονίκη 1985, Πρᾶξις ἕκτη, σελ. 379.
[3]. Βλ. Ιωαννου Καρμιρη, Τά Δογματικά καί Συμβολικά Μνημεῖα τῆς Ὀρθοδόξου Καθολικῆς Ἐκκλησίας, τόμ. ΙΙ, Akademische Druck-u. Verlangstantalt, Graz-Austria 19682, σελ. 29-30: «Τούτων τῶν πλατυνθεισῶν κρίμασιν οἷς οἶδεν Κύριος ἐπί μέγα μέρος τῆς οἰκουμένης αἱρέσεων, ἦν ποτε ὁ Ἀρειανισμός, ἔστι δέ τήν σήμερον ὁ Παπισμός· ἀλλά καί οὗτος (ὥσπερ κἀκεῖνος ὁ ἤδη παντάπασιν ἐκλελοιπώς), καίτοι ἀκμαῖος τό γε νῦν, οὐκ ἰσχύσει εἰς τέλος, ἀλλά διελεύσεται καί καταβληθήσεται, καί ἡ οὐράνιος μεγάλη φωνή ἠχήσει «ΚΑΤΕΒΛΗΘΗ»… τήν ρηθεῖσαν καινοφανῆ δόξαν, ὅτι τό Πνεῦμα τό Ἅγιον ἐκπορεύεται ἐκ Πατρός καί Υἱοῦ, εἶναι οὐσιωδῶς, αἵρεσιν, καί τούς ὀπαδούς αὐτῆς, οἱοιδήποτε καί ἄν ὦσιν αἱρετικούς, κατά τήν ρηθεῖσαν συνοδικήν ἀπόφασιν τοῦ ἁγιωτάτου πάπα Δαμάσου, καί τάς ἐξ αὐτῶν συγκροτουμένας συνάξεις αἱρετικάς, καί πᾶσαν κοινωνίαν πνευματικήν καί θρησκευτικήν τῶν Ὀρθοδόξων τέκνων τῆς καθολικῆς Ἐκκλησίας πρός τούς τοιούτους ἄθεσμον μάλιστα τῇ δυνάμει τοῦ ζ´ κανόνος τῆς Γ´ Οἰκουμενικῆς Συνόδου».
[4]. Λόγος πρῶτος, Ὅτι οὐχί καί ἐκ τοῦ Υἱοῦ, ἀλλ᾽ ἐκ μόνου τοῦ Πατρός ἐκπορεύεται τό Πνεῦμα τό Ἅγιον, Πρόλογος καί εὐχή, εἰς Γρηγοριου Παλαμα, Συγγράμματα, τόμος Α´, Θεσσαλονίκη 1962, ἐπιμελείᾳ Π. Χρηστου, σελ. 23-26.
[5]. Πρωτοπρεσβυτέρου Θεοδώρου Ζήση, Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς. Πτυχές τοῦ ἔργου καί τῆς διδασκαλίας του, ἐκδόσεις «Τό Παλίμψηστον», Θεσσαλονίκη 2019, σελ. 181-191.
[6]. Βλ. εἰς D. Balfour, Συμεών ἀρχιεπισκόπου Θεσσαλονίκης (1416/17-1429), Ἔργα Θεολογικά, Ἀνάλεκτα Βλατάδων 34, Θεσσαλονίκη 1981, σελ. 226. Ἐπιστολή περί τῶν Μακαρισμῶν 5: «Βλασφημοῦσιν ἄρα οἱ καινοτόμοι καί πόρρω τοῦ Πνεύματός εἰσι, βλασφημοῦντες κατά τοῦ Πνεύματος, καί οὐκ ἐν αὐτοῖς ὅλως τό Πνεῦμα τό Ἅγιον· διό καί τά αὐτῶν ἀχαρίτωτα, ὡς τήν χάριν τοῦ Πνεύματος ἀθετούντων καί ὑποβιβαζόντων αὐτό… διό καί τό Πνεῦμα οὐκ ἐν αὐτοῖς τό Ἅγιον, καί οὐδέν πνευματικόν ἐν αὐτοῖς καί καινά πάντα καί ἐξηλλαγμένα τά ἐν αὐτοῖς καί παρά τήν θείαν παράδοσιν».
[7]. Τοῖς ἁπανταχοῦ τῆς γῆς καί τῶν νήσων εὑρισκομένοις Ὀρθοδόξοις Χριστιανινοῖς Μᾶρκος ἐπίσκοπος τῆς Ἐφεσίων Μητροπόλεως 4, εἰς SfÂntul Marcu Evghenicul Opere, Volumul I, Editura Pateres 2009, Coordonator Christian Chivu, σελ. 250.
[8]. Βλ. εἰς Ἐπισκόπου Αυγουστινου Καντιωτου, Μητροπολίτου Φλωρίνης, Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός (1714-1779). (Συναξάριον-Διδαχαί-Προφητεῖαι-Ἀκολουθία), Ἀθῆνα 2005, σελ. 286: «Ὁ ἀντίχριστος εἶνε· ὁ ἕνας εἶναι ὁ Πάπας καί ὁ ἕτερος εἶνε αὐτός ὁπού εἶνε εἰς τό κεφάλι μας, χωρίς νά εἰπῶ τό ὄνομά του· τό καταλαμβάνετε, μά λυπηρόν εἶνε νά σᾶς τό εἰπῶ, διότι αὐτοί οἱ ἀντίχριστοι εἶνε εἰς τήν ἀπώλειαν, καθώς τό ἔχουν. Ἡμεῖς ἐγκράτεια, αὐτοί ἀπώλεια· ἡμεῖς νηστεία, αὐτοί πολυφαγία· ἡμεῖς παρθενία, αὐτοί πορνεία· ἡμεῖς δικαιοσύνη, αὐτοί ἀδικωσύνη». Σελ. 348, προφητεία 90: «Τόν Πάπαν νά καταρᾶσθε, διότι αὐτός θά εἶνε ἡ αἰτία».
[9]. Βλ. ἑρμηνευτική ὑποσημείωση εἰς 46ο Ἀποστολικό Κανόνα, εἰς Πηδάλιον, ἐκδοτικός οἶκος «᾽Αστήρ» Ἀθῆναι 1990, σελ. 55.
[10]. Ἀρχιμ. Ιουστινου Ποποβιτσ (τώρα Ἁγίου) Καθηγητοῦ τοῦ Πανεπιστημίου Βελιγραδίου, Ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία καί ὁ Οἰκουμενισμός, Ἔκδοσις Ἱερᾶς Μονῆς Ἀρχαγγέλων Τσέλιε, Βάλιεβο-Σερβία, 1974, σελ. 212.
[11]. Βλ. Θεοδρομία 3 (2001) 5-7.
[12]. Ἀποκ. 13, 4-8.
[13]. Ἀποκ. 17, 14.

ΤΟ ΕΙΔΑΜΕ ΣΤΟ: https://katanixi.gr/2019/05/10/%cf%80-%ce%b8%ce%b5%cf%8c%ce%b4%cf%89%cf%81%ce%bf%cf%82-%ce%b6%ce%ae%cf%83%ce%b7%cf%82-%ce%bf%cf%81%ce%b8%cf%8c%ce%b4%ce%bf%ce%be%ce%bf%ce%b9-%cf%84%ce%b9%ce%bc%ce%bf%cf%8d%ce%bd-%ce%ba%ce%b1%ce%b9/