Πέμπτη 23 Απριλίου 2015

Ὁ θυμός καί πῶς θεραπεύεται



ΔΕΝ ΠΡΕΠΕΙ ΠΟΤΕ ΝΑ ΘΥΜΩΝΕΙ ΚΑΝΕΙΣ Η ΝΑ ΦΩΝΑΖΕΙ........ ΠΩΣ ΓΕΝΝΙΕΤΑΙ Ο ΘΥΜΟΣ ΚΑΙ ΠΩΣ ΘΕΡΑΠΕΥΕΤΑΙ...


Εικόνα

Ο ΑΒΒΑΣ Αγάθων είπε, ότι ο οργίλος, και νεκρό αν αναστήσει, δεν εΙναι δεκτός από το Θεό.

Ο μακάριος Ζωσιμάς έλεγε, ότι ή αρχή της συγκρατήσεως του θυμού είναι το νά ταράζεται κανείς και νά μη μιλάει. Απ’ αυτό φτάνει με τη χάρη τού Θεού, στο νά μην ταράζεται διόλου.

Ο ίδιος έλεγε, ότι μας χρειάζεται πολλή νίψη και σύνεση για ν’ αντιμετωπίσουμε τα διάφορα τεχνάσματα τού διαβόλου. Γιατί καμιά φορά μπορεί από το τίποτα νά δημιουργήσει σε κάποιον ταραχή. » Άλλοτε πάλι φέρνει μια εύλογη πρόφαση, για νά νομίσει κανείς ότι δίκαια τάχα θύμωσε. Είναι και τούτο μία υποβολή, πού προέρχεται από το μίσος του εναντίον τού ανθρώπου. Σ’ εκείνον όμως πού ποθεί πραγματικά νά βαδίσει το δρόμο των άγίων, είναι εντελώς ανάρμοστο το νά θυμώνει μ’ οποιονδήποτε άνθρωπο, καθώς λέει και ο μέγας Μακάριος: «‘Ανάρμοστο είναι στους αδελφούς νά οργίζονται ή νά εξοργίζουν άλλον».

Ό αββάς Υπερέχιος είπε:

Όποιος δεν κυριαρχεί στη γλώσσα του την ώρα της οργής, δεν θα (μπορέσει να) κυριαρχήσει σε κανένα πάθος του.

Κάποιος αναχωρητής χειροτονήθηκε επίσκοπος. Αυτός, από ευλάβεια και πραότητα, δεν επιτιμούσε κανέναν, άλλ’ ανεχόταν μακρόθυμα όλων τα σφάλματα.
Ό οικονόμος του λοιπόν δεν διοικούσε καλά τα πράγματα της Εκκλησίας. Γι’ αυτό είπαν κάποιοι στον επίσκοπο:
Γιατί δεν τιμωρείς τον οικονόμο σου, πού τόσο σε εκθέτει; Εκείνος όμως ανέβαλε την τιμωρία για την άλλη μέρα.

Οι κατήγοροι του οικονόμου επισκέφθηκαν τον επίσκοπο και την επομένη. Μόλις λοιπόν το έμαθε αυτός, κρύφτηκε κάπου, και δεν μπορούσαν να τον βρουν.
Όταν τελικά, μετά από πολλές αναζητήσεις, τον βρήκαν, του λένε:Γιατί μας κρύφτηκες; Κι εκείνος αποκρίθηκε:

Γιατί όσα κατόρθωσα σ’ εξήντα χρόνια με προσευχή στο Θεό, αυτά εσείς θέλετε να μου τα καταστρέψετε μέσα σε δυο μέρες.

Καθώς φαίνεται, ο γέροντας θα είχε γίνει επίσκοπος χωρίς τη θέληση του, γι’ αυτό και φρόντιζε περισσότερο για το νόμο των αναχωρητών παρά για το καθήκον του επισκόπου.


Του αββα Ησαΐα

Αδελφέ, αν, σε οποιαδήποτε περίπτωση, σε στενοχωρήσει κάποιος, και σου παρουσιαστεί ή ανάγκη να ζητήσεις εξηγήσεις από τον αδελφό, βλέπεις όμως ότι είσαι θυμωμένος και αναστατωμένος, μην του πεις το παραμικρό, για να μην ταραχθείς περισσότερο. Μόνο όταν δεις ότι κι εσύ κι εκείνος έχετε καταλαγιάσει και ηρεμήσει, τότε μίλησε του• (και πάλι) με όλη σου την ταπεινοφροσύνη, όχι σαν να τον ελέγχεις, αλλά σαν να του θυμίζεις (απλά το σφάλμα του).

Αυτογνωσία



Ξέρω ποιος είμαι. Ένας άνθρωπος, προσκαλεσμένος από το Θεό να Τον πλησιάσω, να ενωθώ με την άκτιστη αγαθή ενέργειά Του (αυτήν που ονομάζουμε «θεία χάρη») και να γίνω όμοιος με Αυτόν, όσο μου επιτρέπει η ανθρώπινη φύση μου.
Για μένα (και για σένα, για το διπλανό σου, για το παιδί σου, για το ζητιάνο, για τον εγκληματία πολέμου, για τον εχθρό σου) οι άγιοι δάσκαλοι της πνευματικής μου παράδοσης γράφουν:
Κοιτάζοντας από τον ουρανό, τι είναι εκείνο που διακρίνουμε περισσότερο πάνω στη γη; Όχι τα βουνά ούτε οι θάλασσες ούτε οι πόλεις ούτε οι ουρανοξύστες. Είναι ο άνθρωπος. Διότι η θεοειδής ψυχή του ανθρώπου είναι ένας ήλιος επί της γης. Όσοι είναι οι άνθρωποι, τόσοι είναι οι ήλιοι επί της γης. Και καθένας απ’ αυτούς τους ήλιους είναι ορατός από τον ουρανό.  Αγαπημένο θαύμα του Θεού! Η μικρούτσικη γη, ένα αστεράκι από τα πιο μικρά, να χωράει δισεκατομμύρια ήλιους! Μέσα από το χωματένιο σώμα του ανθρώπου λάμπει ο ήλιος! Ο άνθρωπος! Ένας μικρός θεός μέσα στη λάσπη.
Είναι ευαγγέλιο, παναληθινό ευαγγέλιο –όχι δικό μου, αλλά των αγίων του Θεού– ότι ο άνθρωπος είναι ένα μεγάλο μυστήριο, ιερό μυστήριο του Θεού. Τόσο μεγάλο και τόσο ιερό, ώστε ο ίδιος ο Θεός έγινε άνθρωπος για να μας ερμηνεύσει όλο το βάθος του ανθρώπινου μυστηρίου. Η αλήθεια του ευαγγελίου, η παναλήθεια, είναι ότι ο Θεός έγινε άνθρωπος για να κάμει τον άνθρωπο θεό κατά χάριν (άγιος Ιουστίνος Πόποβιτς, †1979).
Ξέρω ποιος είμαι. Ένας άνθρωπος γεμάτος αδυναμίες και πάθη, δηλ. πνευματικές και σωματικές εξαρτήσεις, βαθιά ριζωμένες μέσα μου από πολλά χρόνια, που ρουφούν τις πνευματικές μου δυνάμεις και διεκδικούν την αγάπη μου, εμποδίζοντάς με έτσι να την προσφέρω στο Θεό και το συνάνθρωπο και να προοδεύσω στο δρόμο που μου έδειξε ο Θεός για να Τον πλησιάσω και να ενωθώ με Αυτόν.
Επειδή θέλω πάρα πολύ να ενωθώ με Αυτόν, χρειάζομαι μεγάλο, έντονο και τρομερά κουραστικό ΑΓΩΝΑ, πνευματικό ΚΑΙ σωματικό, για να ξεπεράσω τα πάθη μου (ή μάλλον, ν’ αρχίσω να τα ξεπερνάω) και να μπορέσω ν’ αγαπήσω το Θεό και το συνάνθρωπο πιο πολύ απ’ όσο αγαπάω το Εγώ μου, τα λεφτά, τις ηδονές, τη δόξα και όλα όσα μου χορταίνουν –ή μάλλον μου αυξάνουν– την πείνα και τη δίψα για λεφτά, ηδονές, δόξα και εγωιστική «διόγκωση».
Ο αγώνας αυτός πρέπει ν’ αρχίσει τώρα, αλλά συνεχώς τον αναβάλω (εντάξει, μπουσουλάω κάνοντας μικρά βηματάκια, τόσο μικρά, που σχεδόν σα να μην προχωρώ καθόλου – «σχεδόν» είπα) και τελικά στρέφομαι σε άλλες κατευθύνσεις, σε φωνές που με κολακεύουν λέγοντάς μου γλυκά πως δε χρειάζεται να κάνω τέτοιο αγώνα! 

Άλλες φωνές μου λένε πως είμαι κιόλας τέλειος, είμαι ήδη «θεϊκός», αρκεί «ν’ αποδεχτώ τον εαυτό μου όπως είναι», ή το πολύ να κάνω και μερικές ασκήσεις αυτοπειθαρχίας, διαλογισμό κ.λ.π., για ν’ ανακαλύψω τον πραγματικό θεϊκό μου εαυτό. Δεν έχω αδυναμίες και πάθη, μου λένε, η άγνοια της θεϊκότητάς μου μού προκαλεί αυτή την ιδέα, και δε χρειάζεται να βάλω περιορισμούς στις επιθυμίες μου ή να προσπαθήσω να γίνω πιο ταπεινός…
Το κυριότερο, δεν πρέπει να θέλω να ενωθώ με το Θεό (τον Τριαδικό Θεό, Αυτόν που φανέρωσε ο Χριστός και που μαζί Του ενώθηκαν όλοι οι άγιοι διδάσκαλοί μου), γιατί ο Θεός, όπως μου λένε, «είναι μόνο ένα κομμάτι του εαυτού μου, κάτι που ήδη υπάρχει μέσα μου και μπορώ να το ενεργοποιήσω κάνοντας πνευματικές και σωματικές ασκήσεις». Ο Χριστός, μου λένε, «δεν εννοούσε αυτό που κατάλαβαν οι χριστιανοί άγιοι, αλλά και οι πιο προχωρημένοι χριστιανοί άγιοι δεν εννοούν αυτό που νομίζουν οι χριστιανοί, αλλά αυτά που εννοούν οι ινδουιστές και οι βουδιστές».
Άλλες φωνές μου λένε πως πρέπει ν’ αγωνιστώ, αλλά προς άλλη κατεύθυνση. Πως η επιθυμία να ενωθώ με το Θεό της Αγάπης (τον Τριαδικό Θεό, τον Πατέρα, τον Υιό-Χριστό και το Άγιο Πνεύμα) είναι μια δεισιδαιμονία για τους αγράμματους και εύπιστους, ενώ η πραγματικά σημαντική δίψα είναι η δίψα για δύναμη και (λένε άλλοι) για ηδονή!
Αγωνίσου ν’ αποχτήσεις δύναμη – δύναμη μέσα σου, με αυτοπειθαρχία φυσικά και με σκληρότητα στον πόνο, τις κακουχίες, τις στερήσεις και τις συμφορές, δύναμη πάνω στους άλλους, να κατακτήσεις όλο τον κόσμο, όσο είναι δυνατόν, κι έτσι θα φτάσεις στο αποκορύφωμα των δυνατοτήτων σου και θα δικαιώσεις την ανθρώπινη φύση σου!


Δηλαδή τη φύση ενός θηρίου, με απεριόριστες δυνατότητες κυριαρχίας και καταστροφής –αυτό που η δική μου πνευματική παράδοση ονομάζει «πτώση του ανθρώπου» και καλεί τον άνθρωπο να θεραπεύσει στον εαυτό του, εγκαθιστώντας μέσα του την ταπεινή και ανιδιοτελή αγάπη, πριν ανοίξει αγιάτρευτες πληγές στους άλλους, στον εαυτό του και σε ολόκληρο τον πλανήτη. Μα δεν τις έχει ανοίξει ήδη, επειδή ακολουθεί τη δίψα του για δύναμη και ηδονή κι όχι την Οδό που δίδαξε και στην οποία μας προσκάλεσε ο Χριστός;
Υπάρχουν και μερικοί που μοιάζουν με Χριστούς (γλυκείς, πράοι, γεμάτοι αγάπη), που με προσκαλούν να τους ακολουθήσω σε δρόμους ριζωμένους στον ινδουισμό και το βουδισμό ή στη σοφία των ινδιάνων και άλλων. Δεν τους ακολουθώ, γιατί, πρώτον, ισάξια και καλύτερη σοφία έχω κι εγώ στη δική μου (από αιώνες) πνευματική παράδοση και έχω πολύ σημαντικούς δικούς μου αγίους, σοφούς και διδασκάλους, και δε χρειάζομαι την εισαγωγή κανενός ξένου δρόμου για να με οδηγήσει στον προορισμό που λαχταράω.
Δεύτερον, γιατί ο προορισμός που λαχταράω είναι τελείως διαφορετικός απ’ αυτούς που μου προτείνουν αυτοί – όλοι αυτοί, που ανέφερα παραπάνω, όλες οι «φωνές», από τις οποίες έχει πλέον γεμίσει η πόλη μου, η χώρα μου, η κοινωνία μου, ο δυτικός κόσμος, όλος ο κόσμος. Ο προορισμός που λαχταράει η καρδιά μου είναι ο Χριστός, και στο Χριστό δε με πηγαίνουν οι δρόμοι που μου ζητάνε ν’ ακολουθήσω οι άλλοι, αλλά ο δρόμος που μου πρότεινε ν’ ακολουθήσω ο ίδιος ο Χριστός.
Ότι υπάρχει αυτός ο δρόμος, ότι έχει αποτέλεσμα και οδηγεί ακριβώς στην ενότητα με το Θεό και με όλα τα όντα, το ξέρω πολύ καλά, γιατί φαίνεται στη ζωή όλων των αγίων της πνευματικής μου παράδοσης, όχι μόνο από παλιότερες εποχές, αλλά και από την εποχή μας, από τη γενιά μας, από τη γενιά μου – που μπορώ να τους γνωρίσω από κοντά και να τους μελετήσω πάρα πολύ προσεχτικά! Μάλιστα υπάρχουν και ζωντανοί άγιοι, που μπορώ να τους αναζητήσω και να μάθω πολλά από τις εμπειρίες και από τη σοφία τους, που είναι μια σοφία στο δρόμο του Χριστού κι όχι σε άλλους δρόμους, που οδηγούν αλλού και που δε μ’ ενδιαφέρουν.

Οι πνευματικοί καθρέφτες και η αλλαγή του κόσμου

Φωτο από εδώ

Όμως, πώς ξέρω αυτό που λέω ότι ξέρω;
Δηλ. πώς ξέρω αν έχω προχωρήσει ή όχι, και σε ποιο βαθμό, στο δρόμο που οδηγεί στο επιθυμητό τέρμα;
Για να δω το πρόσωπό μου χρειάζομαι καθρέφτη και για να δω την πνευματική και ηθική μου κατάσταση επίσης χρειάζομαι καθρέφτη. Από την παράδοσή μου έχω δύο πολύ καλούς τέτοιους καθρέφτες: την Καινή Διαθήκη και τους βίους των αγίων.
Το Ευαγγέλιο (μέσα στην Κ. Διαθήκη) είναι ο πρώτος τέτοιος καθρέφτης, γιατί διαβάζοντάς το, αν βέβαια ξέρω τον εαυτό μου και είμαι ειλικρινής κι όχι τυφλός ή υποκριτής (ώστε να λέω στον εαυτό μου πως είμαι διαφορετικός απ’ αυτό που είμαι), μπορώ να συγκριθώ με τη ζωή και τη διδασκαλία του Ιησού μου –του Δασκάλου που επιθυμώ να έχω– και να δω αν μοιάζω καθόλου στην αγάπη που έχει και σ’ αυτά που λέει.
Δεν εννοώ να Του μοιάζω, δηλ. να κάνω θαύματα (πολλοί «κάνουν θαύματα» αναπτύσσοντας δυνάμεις από πηγές αντίθετες με το Χριστό), αλλά να Του μοιάζω, δηλ. ν’ αγαπάω και να συγχωρώ όλο τον κόσμο, ακόμη κι εκείνους που με σταυρώνουν (κατά Λουκάν 23, 34). Μα εγώ θυμώνω ακόμη και με το παιδί του γείτονα που παίζει το μεσημέρι στο μπαλκόνι και δε μ’ αφήνει να κοιμηθώ, νιώθω μίσος γι’ αυτόν που θέλει να με αδικήσει (κι αν το καταφέρει κιόλας, τότε είναι!!), περιφρονώ εκείνον που θεωρώ υποκριτή, αμαρτωλό και «κακό» (χωρίς μάλιστα να σκέφτομαι πως μπορεί να μην κρίνω σωστά ή να ’χει χίλια ελαφρυντικά) και μπορώ να σκέφτομαι αν …μοιάζω καθόλου με το Χριστό, που συγχώρησε την πόρνη και τον τελώνη, που πλησίαζε με αγάπη τους λεπρούς και τους αμαρτωλούς, που μίλησε για τον Άσωτο Υιό;
Εξάλλου, διαβάζοντας την Επί του Όρους Ομιλία, στα κεφάλαια 5, 6 και 7 του κατά Ματθαίον, το κεφ. 6 του κατά Λουκάν (που μιλάει για την αγάπη προς τους εχθρούς) και άλλα σημεία της διδασκαλίας του Ιησού, μπορώ να καταλάβω πως είμαι ακόμη μακριά απ’ αυτά που μου προτείνει. Όχι μόνο από την τελειότητα (να πουλήσω όλα μου τα υπάρχοντα, να τα μοιράσω στους φτωχούς και να Τον ακολουθήσω χωρίς δεκάρα, όπως είπε στον πλούσιο νέο – κατά Ματθαίον 19, 16-26), αλλά κι από τα πρώτα στάδια, όπως απλά να εφαρμόσω στη ζωή μου τους Μακαρισμούς (να είμαι «πτωχός τω πνεύματι» [=ταπεινός, όχι αλαζόνας για τη δύναμη του νου, τη λογική και τις γνώσεις μου], πράος, ειρηνοποιός κ.τ.λ.) και ν’ αγαπήσω αυτόν που δεν πιστεύω ότι «του αξίζει» αγάπη…
Αυτός ο καθρέφτης, προς το παρόν, με εμφανίζει πολύ μακριά από το Χριστό μου. Χρειάζομαι πολύ δουλειά, έντονο αγώνα, για να κάνω βήματα προς Αυτόν.

Μια σύγχρονη οικογένεια μεγάλων πνευματικών αγωνιστών, η οικογένεια King, ορθόδοξοι χριστιανοί από τις ΗΠΑ, με το αείμνηστο κοριτσάκι τους, Mary Evelin. Η ιστορία τους εδώ.

Ο δεύτερος καθρέφτης, οι βιογραφίες των αγίων, μου δείχνει πώς ζουν οι άνθρωποι που έχουν πλησιάσει πολύ το Χριστό, οι άγιοι. Συγκρίνοντας πάλι τον εαυτό μου μ’ εκείνους, καταλαβαίνω πού βρίσκομαι ηθικά και πνευματικά. Βλέποντας δηλ. πόσο αγάπησαν το Χριστό οι άγιοι, τι πρόσφεραν στο συνάνθρωπο, πόσο αγωνίστηκαν για να νικήσουν τον εγωισμό και τα πάθη τους, είτε ως μοναχοί –πολλοί, από εγωισμό, περιφρονούν τους μοναχούς, γιατί δήθεν «δεν προσφέρουν κοινωνικό έργο»– είτε εγκαταλείποντας δρόμους εγκληματικούς και σκοτεινούς (πολλοί άγιοι ήταν φονιάδες, διεστραμμένοι, αμαρτωλοί, λάτρεις δαιμόνων, που μετανόησαν κι αγωνίστηκαν τρομερά να βγάλουν από μέσα τους το σκοτάδι που είχε συσσωρευτεί απ’ όλα αυτά) κ.τ.λ., όχι μόνο βλέπω σε τι επίπεδο παίζει ο δικός μου αγώνας, αλλά παίρνω και υπόδειγμα για το πώς πρέπει να ζήσω και ν’ αγωνιστώ.
Ανάλογα βέβαια με το τι μου ταιριάζει, γιατί άγιοι είναι άνθρωποι κάθε επαγγέλματος και τρόπου ζωής: μοναχοί, ερημίτες, οικογενειάρχες, αγρότες, αστοί, ιερείς, δεσποτάδες, δάσκαλοι, στρατιώτες, επιστήμονες, πολιτικοί, έμποροι, φιλάνθρωποι, ιεραπόστολοι (χωρίς αποικιοκρατικούς σκοπούς, εννοείται), μάρτυρες κ.τ.λ. Να ένας άνθρωπος που είδε το Άκτιστο Φως (για το οποίο δεν είχε ιδέα) όταν προσευχήθηκε με πόνο κι αγάπη για τη γυναίκα του, που τον είχε απατήσει με το χειρότερο τρόπο. Είμαι πρόθυμος εγώ να συγχωρήσω έτσι;
Πιστεύω πως κάποιος που συγχωρεί έτσι, ακόμη κι αν δεν είναι χριστιανός, βρίσκεται πολύ κοντά στο Χριστό κι έχει περισσότερες πιθανότητες να σωθεί παρά οι περισσότεροι από μας τους χριστιανούς, με την επιφύλαξη βέβαια των εμποδίων που μπορεί να του θέτει η θρησκεία του, όπως ίσως λατρεία σκοτεινών πνευμάτων (σε πολλές θρησκείες υπάρχει) κ.τ.λ. Αλλά ο Θεός μπορεί να ξεπεράσει κάθε εμπόδιο για να σωθεί ένας αγαθός και ταπεινός άνθρωπος, με τρόπο που εγώ δε φαντάζομαι. Επιθυμία μου είναι να σωθούν όλοι οι άνθρωποι.

Ο γίγαντας της φιλανθρωπίας άγιος Ιωάννης της Κρονστάνδης (Ρωσία, 1908)

Μα τι διαφορά έχουν οι άγιοι της φιλανθρωπίας (όπως ο άγ. Ιωάννης ο Ελεήμων, ο Μέγας Βασίλειος, ο άγ. Φιλάρετος, ο άγ. Ιωάννης ο Χρυσόστομος, η αγία Φιλοθέη κ.λ.π.) από τους άθεους κοινωνικούς ακτιβιστές π.χ.; Ή οι χριστιανοί μάρτυρες από τους κομουνιστές π.χ. που εξορίστηκαν στη Μακρόνησο, όπου βασανίστηκαν τρομερά από σαδιστές όργανα του καθεστώτος;
Η διαφορά είναι ότι οι άγιοι έχουν ως βάση αυτό που ποθώ να καλλιεργήσω μέσα μου: την αγάπη για το Χριστό. Απ’ αυτή την αγάπη προέρχεται η μεγάλη αγάπη και αυτοθυσία τους, που τους κάνει να είναι φιλάνθρωποι αγωνιστές ή ηρωικοί μάρτυρες και μεγαλομάρτυρες. Ένας άθεος ορθολογιστής μπορεί να θεωρεί τελειότητα το να αγωνίζεται για την «κοινωνική δικαιοσύνη» ή για την απελευθέρωση των σκλάβων ή για τη δίκαιη κατανομή του πλούτου (να έχουν όλοι ένα πιάτο φαΐ) ή το να θυσιάζεται κάποιος για την ιδεολογία του, όποια κι αν είναι. Όμως δεν κάνει άνοιγμα στο Χριστό. Πάλι μπορεί να Τον πλησιάζει, χωρίς να το ξέρει (αν είναι ταπεινός και η καρδιά του επιτρέπει στη θεία χάρη να μπει μέσα της και να τον ενώσει με το Θεό), αλλά μπορεί και ν’ απομακρύνεται απ’ Αυτόν, αν πιστεύει εγωιστικά πως μ’ αυτά που κάνει «ήδη πλησίασε την τελειότητα» και πως δε χρειάζεται στη ζωή του κανένα Θεό και κανένα Χριστό (βέβαια μόνο ο Θεός ξέρει ποιος είναι κοντά Του και ποιος όχι, τώρα δεν κρίνω, απλά φέρνω ένα παράδειγμα όπως το νομίζω με το «πτωχό πνεύμα μου» και την ατελή & ανώριμη κρίση μου).
Εμένα όμως δε μ’ ενδιαφέρει γενικώς ν’ αγωνιστώ κοινωνικά ή να γίνω μάρτυρας. Μ’ ενδιαφέρει ο Χριστός, καταλάβατε; Με το Χριστό στην καρδιά μου, ευχαρίστως ν’ αγωνιστώ κοινωνικά και ό,τι θέλετε (θα έχω άλλωστε μεγάλη αγάπη προς όλους – αλλά και προς τους «κακούς», τους εξουσιαστές και τους άδικους, ως συνανθρώπους, αν δε σας πειράζει [όχι βέβαια προς την κακία, την κατάχρηση εξουσίας και την αδικία]). Αλλά πρέπει πρώτα να θεραπεύσω τα πάθη μου, να κάνω πνευματικό & ηθικό αγώνα, με βάση αυτό που βλέπω στον εαυτό μου κοιτώντας στην Καινή Διαθήκη και στους βίους των αγίων. Μπορώ παράλληλα ν’ αγωνιστώ (όπως κι ένας οικολόγος ή κοινωνικός ακτιβιστής μπορεί παράλληλα ν’ αγωνίζεται για το περιβάλλον και τους πάσχοντες συνανθρώπους μας και για την κάθαρση της καρδιάς του και την προσέγγιση προς το Χριστό), όμως δεν πρέπει να ξεχάσω αυτό που λαχταρώ, το Χριστό, γιατί τότε ο «αγώνας μου» θα γίνει παγίδα και, επιπλέον, δε θ’ αλλάξει και τον κόσμο.

Η Γαλλική Επανάσταση δεν άλλαξε τον κόσμο, αλλά επέβαλε το καθεστώς της Τρομοκρατίας και προετοίμασε την Ευρώπη για τον ιμπεριαλισμό του Ναπολέοντα. Ο Διαφωτισμός δεν άλλαξε τον κόσμο, αλλά εισήγαγε στη σκέψη του νεώτερου ανθρώπου την αθεΐα. Αυτό δεν αποτελεί αλλαγή του κόσμου, αλλά διαιώνιση της αρχαίας αρρώστιας του. Δεν προκάλεσε πραγματική «ανάπτυξη της επιστήμης», γιατί επιστήμη αναπτύσσει κάθε πολιτισμός πάνω στη Γη (φυσικά και οι αρχαίοι Έλληνες, αλλά και οι Βυζαντινοί), αλλά την έκρηξη της συγκεκριμένης κατακτητικής και καταστροφικής επιστήμης και τεχνολογίας, με την οποία ο λευκός –και μόνον– άνθρωπος δήθεν κέρδισε πολλά (κάνοντας το κέρδος επιθυμητό στόχο, όπως και την ταχύτητα, την ανάλυση κ.τ.λ.) αλλά κατέστρεψε τον πλανήτη και μετέτρεψε την κοινωνία σε κόλαση, χειρότερη απ’ αυτό που ήταν το Μεσαίωνα.
Αντίθετα, ο Γέροντας Παΐσιος άλλαξε τον κόσμο ευλογώντας και συμβουλεύοντας για το δρόμο του Χριστού χιλιάδες ανθρώπους. Η αγία Εμμέλεια, με τα δέκα παιδιά, άλλαξε τον κόσμο, μεγαλώνοντας έξι αγίους, ανάμεσά τους τούς μεγάλους παγκόσμιους διδασκάλους Μέγα Βασίλειο και Γρηγόριο Νύσσης. Ο άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής άλλαξε τον κόσμο με τα γραπτά και την αυτοθυσία του. Αυτή την αλλαγή του κόσμου θεωρώ ουσιαστική και αυτή μ’ ενδιαφέρει – και αυτή προϋποθέτει την εσωτερική αλλαγή, που φέρνει τον άνθρωπο, με αγώνα βέβαια, κοντά στο Χριστό.
Μπορείτε να διαφωνήσετε όσο θέλετε μ' αυτά, φυσικά. Δεν καβάλησα το καλάμι, να νομίζω πως πάω για άγιος, απλά δείχνω πού είναι το τέρμα… Καιρός να κάνω το πρώτο βήμα, κι όπου φτάσω.

Αγώνας, όχι απελπισία. Από τον Άδη στην Ανάσταση.

Σωφρόνιος και Σιλουανός, δύο νεώτεροι & σύγχρονοι ορθόδοξοι πνευματικοί διδάσκαλοι, σοφοί και άγιοι (φωτο από εδώ)

Όλα τα παραπάνω δεν τα σκέφτομαι και δεν τα γράφω για να κακομοιριάζομαι και να απελπίζομαι που είμαι τόσο μακριά απ’ αυτό που με κάλεσε ο Χριστός να γίνω (να ενωθώ με Αυτόν). Αν το πάθω αυτό, πάλι δε μπορώ να Τον πλησιάσω. Η απελπισία είναι μια από τις χειρότερες εξαρτήσεις, δηλ. από τα χειρότερα πάθη.
Γιατί ν’ απελπιστώ, αφού ξέρω πως Εκείνος είναι πάντα κοντά μου (το είπε ο ίδιος, κατά Ματθαίον 28, τελευταίος στίχος), έτοιμος να με βοηθήσει!
«Κράτα το νου σου στον Άδη και μην απελπίζεσαι» είπε ο Χριστός στον άγιο Σιλουανό (1866-1938). Άδης είναι το να σταυρώνω τον εαυτό μου, όπως σταυρώθηκε ο Χριστός και κατέβηκε στον Άδη, και είναι απαραίτητο στάδιο για την πνευματική μου ανάσταση.
Άδης χαρακτηρίζονται δυο καταστάσεις στην πνευματική παράδοση που κληρονόμησα από τους δασκάλους μου: η μετάνοια (η πιο μοντέρνα κίνηση) και η αγάπη. Μετάνοια ονομάζεται η απόφαση και ο αγώνας για ν’ αλλάξω τρόπο σκέψης και ζωής, ώστε να νικηθούν τα πάθη μου. Αυτό «σταυρώνω» («εξοντώνω») σ’ αυτή τη φάση: όχι τον εαυτό μου (τον προσκαλεσμένο απ’ το Χριστό για ενότητα με τον Τριαδικό Θεό εν Χριστώ), αλλά τα πάθη. Όμως η μετάνοια μπορεί να πάρει χρόνια –ανάλογα πόσο βαθιά είναι ριζωμένα μέσα μου τα πάθη, ο εγωισμός, η ιδιοτέλεια, η φιληδονία, το μίσος, ένα σωρό άλλα – και μάλιστα «μετάνοια» ονομάζουν τον αγώνα τους ακόμα και οι πνευματικά πολύ προχωρημένοι άγιοι.
Και η αγάπη (αυτό που έρχεται μέσα μου όσο φεύγουν τα πάθη, αυτό που γεμίζει τον πνευματικό μου χώρο όπου πριν κυριαρχούσαν τα πάθη) επίσης είναι σταύρωση, γιατί όταν αγαπάς αληθινά θυσιάζεσαι για τους άλλους (να λοιπόν που κάνεις και αγώνα τέτοιον που θέλουν οι κοινωνικοί ακτιβιστές – μα έχουμε κι εμείς κοινωνικούς ακτιβιστές) και για όλα τα όντα (είσαι και οικολόγος, με τη βαθιά σχέση με τα πλάσματα που υπάρχει στην οικολογική καρδιά του πολιτισμού μας [της Ορθοδοξίας] πολύ πριν γεννηθεί στην «απελευθερωμένη» & «ανεπτυγμένη» δύση το οικολογικό πρόβλημα). «Όταν αγαπάς λίγο, δίνεις λίγο» έλεγε ο άγιος Γέροντας Πορφύριος. «Όταν αγαπάς πολύ, δίνεις πολύ. Κι όταν αγαπάς πάρα πολύ, τι να δώσεις αντάξιο; Δίνεις τον εαυτό σου».

Τρείς μεγάλες σύγχρονες ορθόδοξες αγίες. Από αριστερά προς τα δεξιά εικονίζονται η αγία Μαρία Σκόμπτσοβα (ακτιβίστρια και μάρτυρας από τους Ναζί, μαζί με άλλους ορθόδοξους αγίους στη Γαλλία), η τυφλή, παράλυτη και θαυματουργή αγία της Μόσχας Ματρώνα και η αγία γερόντισσα Γαβριηλία Παπαγιάννη, η νοσηλεύτρια των λεπρών και των φτωχών στην Ινδία κ.α. (πηγή κ.τ.λ. δες εδώ).

Πώς θ’ αγωνιστώ; Μόνος; Χωρίς να ξέρω τον τρόπο; Θα τον ανακαλύψω παίζοντας στα τυφλά; Θα φτιάξω μόνος μου τον τρόπο; Και πώς ξέρω πως θα είναι ο σωστός τρόπο; Ή κάθε τρόπος είναι και «ο σωστός τρόπος», όπως λένε οι φωνές που ανέφερα στην αρχή;
Ο Χριστός με άφησε ελεύθερο να κάνω ό,τι θέλω (ακόμα και να Τον ξανασταυρώσω και να μην πλησιάσω ποτέ κοντά Του), αλλά μου έδωσε πολλά εφόδια. Αυτά τα εφόδια μπορώ να τα αξιοποιήσω για να λάβω τη βοήθεια που χρειάζομαι στον αγώνα κατά των παθών και υπέρ της αγάπης στην καρδιά μου. ναι, χρειάζομαι αυτή τη βοήθεια. Η πνευματική και ηθική μου στασιμότητα όλ’ αυτά τα χρόνια (ή τα μηδαμινά βήματα προόδου που έχω κάνει) το φανερώνουν. Αν εσύ, αδελφέ μου, δεν τη χρειάζεσαι, τι να σου πω; Όταν σπάσεις τα μούτρα σου, θ’ αλλάξεις γνώμη – αρκεί να έχεις τότε ΑΥΤΟΓΝΩΣΙΑ, ώστε να το καταλάβεις. Και τότε, πάλι, Εκείνος θα σε περιμένει, όπως δίδαξε. Μην απελπιστείς.
Κατ’ αρχάς μου έδωσε μια κοινότητα, την Εκκλησία. Το θεραπευτήριο των ψυχών, όπου βέβαια ζουν κάθε καρυδιάς καρύδια (άνθρωποι κάθε ηθικής και πνευματικής στάθμης) αλλά έτσι γίνεται στα νοσοκομεία. Υπάρχουν όμως γιατροί (οι άγιοι και ο άμεσος «θεράπων ιατρός» μου, ο πνευματικός/γέροντάς μου) και «φάρμακα», που θα αναφέρουμε αμέσως.
Τα «φάρμακα» είναι τα μέσα προσέλκυσης της βοήθειάς Του, που με τη θεία χάρη θα με ενισχύσει στον αγώνα της κάθαρσης της καρδιάς και της προσέγγισης του Θεού. Κάποιοι περιφρονούν αυτά τα μέσα. Εγώ όχι, επειδή ξέρω την προέλευσή τους και το αποτέλεσμα που έχουν όταν αξιοποιούνται σωστά. Πώς το ξέρω; Από τους βίους των αγίων και –λιγότερο, αλλά σημαντικά– από την πνευματική πρόοδο ανθρώπων που γνώρισα στην οικογένειά μου και στην τοπική κοινωνία και που πλησίασαν το Χριστό αρκετά.
Τα κυριότερα από αυτά τα μέσα: προσευχή, εκκλησιασμός, εξομολόγηση, νηστεία, θεία μετάληψη.
Ανάλυση της σημασίας τους και του αποτελέσματός τους, όταν αξιοποιούνται σωστά (επαναλαμβάνω), δες εδώ, αλλά δες αρκετά στοιχεία και εδώ. Τώρα θα μιλήσω μόνο για την προέλευσή τους, για το ότι μας τα έδωσε ο Χριστός και δεν τα επινόησαν κάποιοι «παπάδες». Βέβαια, οι άγιοι διδάσκαλοι της πίστης μας δεν είναι «παπάδες» της οκάς, συμφεροντολόγοι, όπως τους φαντάζονται (αρκετά υποκριτικά & εγωιστικά) μερικοί συνάνθρωποί μας, αλλά άνθρωποι θεραπευμένοι από τα πάθη με έντονο και πολυετή αγώνα και ενωμένοι με το Θεό και αυτά που λένε είναι έγκυρα και αποτελεσματικά. Αλλά η σοφία τους ξεκινάει από το Χριστό, τη διδασκαλία Του και το Δρόμο που Εκείνος έδειξε.

Η προσευχή παραδίδεται ως πρόταση/«εντολή» από το Χριστό: κατά Ματθαίον, 6, 5-13, όπου δίνονται οδηγίες για τη σωστή προσευχή και παραδίνεται στην ανθρωπότητα η τέλεια προσευχή, το «Πάτερ ημών». Επίσης: κατά Ιωάννην, κεφ. 14, στίχος 14: «αν ζητήσετε κάτι στο όνομά μου, θα το κάνω» (εδώ βασίζεται και η ησυχαστική προσευχή «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με») και κεφ. 16, στ. 23: «όσα ζητήσετε από τον Πατέρα στο όνομά μου, θα σας τα δώσει».
Ο εκκλησιασμός: κατά Ματθαίον, 18, 15-20, όπου υπάρχει και η πασίγνωστη φράση του Χριστού: «όπου είναι συγκεντρωμένοι δύο ή τρεις στο όνομά μου, εκεί είμαι, ανάμεσά τους». Αυτό κάνουμε όταν πάμε στην εκκλησία (εκκλησία = συγκέντρωση), συναντιόμαστε όλοι μαζί στο όνομά Του, γι’ αυτό είναι τόσο απαραίτητο και δεν αρκεί μόνο «να πιστεύουμε» ή «να προσευχόμαστε» στη μοναξιά μας. Μοναξιά υπάρχει στην κόλαση και οδηγεί στην κόλαση, όχι στο δρόμο της ενότητας με το Θεό της Αγάπης. Και ο ερημίτης ακόμη, πρώτα εξασκείται για χρόνια στο να ενωθεί με όλους πνευματικά (ζώντας ανάμεσα στους ανθρώπους σ’ ένα μοναστήρι) και μετά πάει στην έρημο.
Η νηστεία: εκτός από το ότι κι ο Χριστός νήστεψε (Ματθ. κεφ. 4, και το ίδιο στο κατά Λουκάν), παρόλο που δε χρειαζόταν θεραπεία, άρα δεν είχε ανάγκη τη νηστεία (επομένως το έκανε για να μας δώσει παράδειγμα, όπως και η αντιμετώπιση του διαβόλου στη συνέχεια έγινε με τέτοιο τρόπο που μας δίνει παράδειγμα – δηλ. απλά αρνήθηκε τα δολώματά του, χωρίς να χρησιμοποιήσει τις θεϊκές δυνάμεις Του), είπε επίσης: 
«αυτό το γένος [ο διάβολος] δε διώχνεται, παρά με προσευχή και νηστεία» (Ματθ. 17, 21).
Η εξομολόγηση: ο Ιησούς έδωσε στους μαθητές Του το χάρισμα να συγχωρούν αμαρτίες (Ματθ. 18, 18). Έτσι από την αρχή της ύπαρξης χριστιανών, υπάρχει η εξομολόγηση (αρχικά μάλιστα ήταν δημόσια, στην εκκλησία) ως άσκηση ταπείνωσης και μαθητεία σ’ έναν έμπειρο πνευματικό διδάσκαλο, που πρώτα ήταν οι απόστολοι και μετά οι άμεσοι μαθητές των αποστόλων (οι πρώτοι επίσκοποι) και από γενιά σε γενιά η υπηρεσία-λειτούργημα της πνευματικής πατρότητας συνεχίζεται μέχρι σήμερα. Για τους σκοπούς και την αποτελεσματικότητά του λειτουργήματος αυτού, δες εδώ.
Η θεία μετάληψη: εκτός από την πασίγνωστη παράδοση του μυστηρίου της θείας μετάληψης στο μυστικό δείπνο (Ματθ. 26, 26-29, και αντίστοιχα στα κατά Λουκάν και Μάρκον, αλλά και στην Α΄ Κορινθ. 11, 23-26), ο Ιησούς έδωσε και μια αποκάλυψη εξαιρετικής σπουδαιότητας, για την αναγκαιότητα της συμμετοχής των ανθρώπων στη θεία μετάληψη, στο κατά Ιωάννην 6, 51-58. Εκεί υπάρχει και η περίφημη φράση: 
«Όποιος τρώει τη σάρκα μου και πίνει το αίμα μου έχει αιώνια ζωή και εγώ θα τον αναστήσω στην έσχατη ημέρα [=Δευτέρα Παρουσία]. Γιατί η σάρκα μου είναι αληθινή τροφή και το αίμα μου αληθινό ποτό. Όποιος τρώει τη σάρκα μου και πίνει το αίμα μου, μένει μέσα μου και εγώ μέσα του».
Σημείωση: Για τις ορθόδοξες πρακτικές γενικώς, τη σημασία και τα αποτελέσματά τους, την αρχαιότητά τους & τη σχέση τους με την Αγία Γραφή κ.λ.π., δες αναλυτική αρθρογραφία στην ομότιτλη ενότητα ("Ορθόδοξες πρακτικές")

Αυτογνωσία (ΙΓ΄). Από τη Θεογνωσία στην Αυτογνωσία!

«Οσο περισσότερο γνωρίζει κανείς το Θεό τόσο περισσότερο γνωρίζει και τον εαυτό του και όσο περισσότερο γνωρίζει τον εαυτό του, τόσο περισσότερο γνωρίζει και το Θεό»

«Για την αναγκαιότητα της μελέτης του Ευαγγελίου, ο Γέροντας Ιερώνυμος έλεγε:
«Ένα σπίτι ολόκλειστο, έχει σκοτάδι. Αν ανοίξεις το παράθυρο, βλέπεις τα μεγαλύτερα αντικείμενα. Αν το ανοίξεις περισσότερο και μπει φως, διακρίνεις και τα μικρότερα πράγματα. Όταν μπει μέσα ο ήλιος, βλέπεις και τη σκόνη που αιωρείται. Το ίδιο συμβαίνει και στην ψυχή, που δέχεται το φως του Ευαγγελίου. Βλέπει και τις μικρότερες αμαρτίες»
(Διδαχές Γερόντων,π.Διονυσίου Τάτση, σελ.69)

«Όπως η ηλιακή ακτίνα εισχωρώντας μέσα στο σπίτι από κάποια τρύπα, τόσο πολύ το φωτίζει ολόκληρο, ώστε να διακρίνει κανείς και την πιο λεπτή σκόνη που αιωρείται, έτσι και ο φόβος του Θεού, εισερχόμενος στην καρδιά του ανθρώπου, της φανερώνει όλα τα αμαρτήματά της».
(Κλιμαξ, αγίου Ιωάννου Σιναϊτη, ΕΠΕ, σελ. 471-473)

«Όχι μόνο γνωρίζουμε το Θεό μέσω του Ιησού Χριστού, αλλά και τον εαυτό μας μόνο διαμέσου του Χριστού τον γνωρίζουμε. Γνωρίζουμε τη ζωή, το θάνατο μόνο μέσω του Ιησού Χριστού. Εκτός Χριστού δεν ξέρουμε ούτε τη ζωή μας ούτε το θάνατό μας, ούτε το Θεό ούτε τον εαυτό μας.
Έτσι χωρίς την Αγία Γραφή, που έχει ως επίκεντρο μονάχα τον Ιησού Χριστό, δε γνωρίζουμε τίποτα, και το μόνο που βλέπουμε είναι σκοτάδι και σύγχυση τόσο μέσα στη φύση του Θεού όσο και στη δική μας φύση»
(Πασκάλ Μπλεζ, Σκέψεις αριθμ. 729, εκδ. Καστανιώτη σελ. 328)

«…Δεν είναι καθόλου ευχάριστο να δει κανείς τον εαυτό του «φτωχό», να έρθει σε επίγνωση της τυφλότητάς του. Είναι αφόρητα μεγάλος ο πόνος να ακούσω την καταδίκη μου σε θάνατο, για το ότι βρίσκομαι σε τέτοια κατάσταση. Εν τούτοις μπροστά στα μάτια του Δημιουργού μου είμαι μακάριος, χάρη ακριβώς σ’ αυτή τη γνώση της μηδαμινότητάς μου (βλ. Ματθ. 5,3). Η πνευματική αυτή όραση συνδέεται με την «βασιλεία των ουρανών» που αποκαλύφθηκε σε μας.
Οφείλω να ιδώ το Χριστό «όπως είναι» για να παραβάλω τον εαυτό μου με Εκείνον και από αυτή τη σύγκριση να αισθανθώ την α-μορφία μου. Δεν μπορώ να γνωρίσω τον εαυτό μου, εάν δεν έχω μπροστά μου την αγία Μορφή Του.
Ισχυρή ήταν, και παραμένει ακόμη, η αποστροφή μου προς τον εαυτό μου. Αλλά από αυτή τη φρίκη γεννήθηκε σε μένα προσευχή ιδιαίτερη απογνώσεως, που με βύθισε σε θάλασσα δακρύων. Πουθενά δεν διέκρινα τότε οδούς για θεραπεία μου. Μου φαινόταν ότι η ασχήμια μου ήταν αδύνατον να μεταποιηθεί σε ομοίωση προς το κάλλος Του».    
(Γέροντας Σωφρόνιος του Έσσεξ, Οψόμεθα τον Θεόν καθώς εστί σελ. 92)

Θεέ μου,
Κάνε με να βλέπω τον εαυτό μου,
όχι με τα μάτια τα δικά μου, αλλά
με τα μάτια των φίλων μου, για να τον διορθώνω.
Με τα μάτια των εχθρών μου, για να τον προστατεύω.
Με τα μάτια τα δικά Σου, τον οφθαλμόν «ως τα πάνθ’ ορά», για να τον ανυψώνω»
(Κωνσταντίνος Κούρκουλας, Στάχυα τομ.Α σελ. 202)

«Κάποιος ρώτησε κάποτε έναν Γέροντα:
Όταν ήμουν στον κόσμο, ήμουν καλύτερος. Τώρα που ήρθα στο Μοναστήρι, γιατί είμαι χειρότερος;
Κι εκείνος του απάντησε:
- Αυτό είναι αλήθεια, αδελφέ, διότι στον κόσμο έκανες σύγκριση του εαυτού σου με τους κοσμικούς, ενώ στο Μοναστήρι κάνεις σύγκριση του εαυτού σου με τους αγίους»
(Μιχαήλ Μιχαηλίδη, Αυτογνωσία μέτρο τελειότητας, σελ.64)
 
- μέτρον πάντων όχι ο άνθρωπος αλλά ο Θεάνθρωπος!

«…το ανθρώπινο γένος προσπαθούσε να λύσει στην ουσία ένα μόνο πρόβλημα, παμπεριεκτικό πρόβλημα: το πρόβλημα του ανθρώπου. Και από όλους τους πόνους και τα μαρτύριά του σφυρηλάτησε για τον εαυτό του μία υπέρτατη θεότητα, την οποία λάτρεψε ως υψίστη αξία και το ύψιστο κριτήριο των πάντων. Η υπέρτατη αυτή θεότητα είναι: «μέτρον πάντων άνθρωπος», δηλαδή ο άνθρωπος είναι το μέτρο όλων των όντων και πραγμάτων.
Αλλά με τον τρόπο αυτόν η αυτού θεία μεγαλειότης, ο άνθρωπος, δεν έλυσε το πρόβλημα του ανθρώπου. Διότι μετρώντας μέσω του εαυτού του τον εαυτό του, δεν κατανόησε ούτε τον εαυτό του ούτε τον κόσμο γύρω του… Στην πραγματικότητα ματαιοπονούσε: κατόπτριζε κάτοπτρο σε κάτοπτρο. Και τα πάντα συνοψίστηκαν στην συγκλονιστική κραυγή και την ανατριχιαστική εξομολόγηση: «ουδέν εμαυτώ σύνοιδα» (Α Κορ. 4,4). Τίποτα δεν γνωρίζω για τον εαυτό μου: δεν γνωρίζω ούτε τι είναι ο άνθρωπος, ούτε τι είναι ο Θεός, ούτε τι είναι ο θάνατος, ούτε τι είναι η ζωή…
 … Αφ ότου ο Θεός έγινε άνθρωπος, φανερώθηκε ως Θεάνθρωπος και μέσω του σώματός Του-της Εκκλησίας-  παρέμεινε ως Θεάνθρωπος στον επίγειο κόσμο, έγινε Αυτός άπαξ δια παντός η ύψιστη παναξία και το υπέρτατο κριτήριο του ανθρωπίνου γένους, Αυτός ο Μόνος Αληθινός Θεός και ο Μόνος Αληθινός Ανθρωπος, ο Μόνος Τέλειος Θεός και ο Μόνος Τέλειος Ανθρωπος. Ως τέτοιος, Αυτός είναι η μόνη ύψιστη παναξία και το μόνο έσχατο κριτήριο αυτού του ανθρώπου στην ψυχοσωματική του οντότητα και την θεανθρώπινή του δυνατότητα και καθετί είναι ανθρώπινο και του ανθρώπου.
Μόνο με τον Θεάνθρωπο είδε ο άνθρωπος για πρώτη φορά τον εαυτό του τέλειο και αιώνιο. Και γνώρισε τον εαυτό του σε όλα τις διαστάσεις του. Για αυτό λοιπόν η νέα αξιολογική και γνωσιολογική καθολική αρχή του ανθρωπίνου γένους είναι: «μέτρον πάντων ο Θεάνθρωπος».
(άγιος Ιουστίνος Πόποβιτς, Ανθρωπος και Θεάνθρωπος σελ. 145-146)

- Ο Θεός και δείχνει και κρύβει ανάλογα με το συμφέρον μας…

«Αν ήξερες τις αμαρτίες σου, θα σου ‘φευγε η καρδιά»
(Πασκάλ Μπλεζ, Σκέψεις, εκδ. Καστανιώτη σελ. 334)

«Αν ήξερα τον εαυτό μου, θα το ‘βαζα στα πόδια» (Γκαίτε)

«Πολλές φορές ο Θεός κρύβει από τα μάτια μας και τα καλά που έχουμε αποκτήσει, αλλά έρχεται ο επαινέτης, ή καλύτερα αυτός που πλανά, και με τους επαίνους του ανοίγει τα μάτια μας, και αφού ανοίξουν αυτά, εξαφανίζεται ο πλούτος από μέσα μας»
(Κλιμαξ, αγίου Ιωάννου Σιναϊτη, ΕΠΕ, σελ. 339)

- Προσευχή για αυτογνωσία

Κύριε γνώρισέ μου αυτόν τον άγνωστο.
Ξέρω το όνομά μου, την ηλικία μου, το βάρος μου, το χρώμα των μαλλιών μου, όμως τον εαυτό μου δεν τον γνωρίζω.
Αυτός σε μένα τον ίδιο, παραμένει κρυμμένος και άγνωστος.
Εσύ όμως, Χριστέ μου, που «εξετάζεις νεφρούς και καρδιές» τον γνωρίζεις.
Εσύ γνωρίζεις κάθε άνθρωπο ερχόμενο εις τον κόσμο, «εκ κοιλίας μητρός αυτού».
Εσύ κρατάς στα πλαστουργικά σου χέρια την φωτογραφία του μυστικού και αγνώστου εαυτού μου, σε όλες τις λεπτομέρειες.
Τι δεν θα έδινα να αποκτήσω αυτή τη φωτογραφία Κύριέ μου!
Να την κρατήσω μπροστά στα μάτια μου. Να δω επί τέλους ποιος είμαι.
Μια μυστική φωνή μου λέει πως δεν θα άντεχα να δω τη φωτογραφία μου αυτή.
Και αν την έβλεπα, πως δεν θα μπορούσα να αναγνωρίσω τον εαυτό μου.
Γι’ αυτό Κύριε είμαι ευχαριστημένος που Εσύ, γεμάτος αγάπη για μένα, κρατάς αποκλειστικά δική σου τη φωτογραφία του πραγματικού εαυτού μου.
Γιατί ξέρω πως Εσύ θα δουλέψεις μέσα μου για να αποκαταστήσεις την πραγματική εικόνα του εαυτού μου και να την παρουσιάσεις «μη έχουσα σπίλον ή ρυτίδα… αλλά ίνα η αγία και άμωμος» (προς Εφεσίους 5,27).
Κύριε θέλω να σου δώσω τη δυνατότητα να επεξεργασθείς μέσα μου τον εαυτό μου…

«Ω! Πόσο πλήρης τραυμάτων είναι η ψυχή μου και αγνοεί.
Διότι η αλαζονεία δεν αφήνει αυτήν να κατανοήσει τις πληγές της και να σωθεί…
Χάρισέ μου γιατρικό για να θεραπευτώ εντελώς από τις κρυφές μου πληγές»
(όσιος Εφραίμ ο Σύρος, στο Πατερικά Βιώματα, Ιωάννου Κορναράκη σελ. 11)

«(Κύριε) Το σπίτι της ψυχής μου είναι στενό, δεν σε χωρά. Μεγάλωσέ το. Είναι ερείπιο. Αναστήλωσέ το. Έχει πολλά που δεν θα σου άρεσαν. Το παραδέχομαι, το ξέρω. Ποιός όμως θα το καθαρίσει; Και σε ποιόν άλλον εκτός από εσένα να φωνάξω: «Καθάρισέ με, Κύριε, από τις κρυφές πληγές μου, απάλλαξε τον δούλο σου από τους εχθρούς»     
(Αγίου Αυγουστίνου Εξομολογήσεις, εκδ. Πατάκη τομ. Β σελ 121)
     
«Εχεις ψυχή μου δουλειά, και μάλιστα, αν θέλεις, μεγάλη.
Εξέτασε τον εαυτό σου ποιά είσαι και πού είσαι στραμμένη,
από πού ήλθες και πού πρέπει να παρουσιαστείς,
αν η ζωή είναι αυτό που ζεις ή κάτι το καλύτερο…
Εχεις ψυχή μου, δουλειά.
Μην κουραστείς από τον κόπο».
(Γρηγορίου Θεολόγου, Επη εις εαυτόν, Γρηγοριανόν Ταμείον σελ. 154)